Ulla Lofven, right, wife of Swedish Prime Minister Stefan Lofven, arrives to take her place in the group photo of NATO spouses at the Queen Elisabeth Music Chapel in Waterloo, Belgium, during a spouses program on the sidelines of the NATO summit on Wednesday, July 11, 2018. From left, Mojca Stropnik, wife of Slovenian Prime Minister Miro Cerar, Desislava Radeva, wife of Bulgarian President Rumen Radev, Emine Erdogan, the wife of Turkish President Recep Tayyip Erdogan, Ingrid Schulerud, wife of NATO Secretary General Jens Stoltenberg, Amelie Derbaudrenghien, the partner of Belgian Prime Minister Charles Michel, Melania Trump, wife of U.S. President Donald Trump, Brigitte Macron, wife of French President Emmanuel Macron, Gauthier Destiny, the husband of Luxembourg's Prime Minister Xavier Bettel and Malgorzata Sochacka, wife of European Council President Donald Tusk. (AP Photo/Virginia Mayo)
Την παραδοχή ότι Γερμανία και Τουρκία έχουν σχέση αιώνων ενάντια στα συμφέροντα του Ελληνισμού έκανε ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ Β.Σόιμπλε λέγοντας μάλιστα χαρακτηριστικά για τον Ρ.Τ.Ερντογάν ότι θέτει σε κίνδυνο τις σχέσεις αυτές.
Ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ εκτίμησε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Bild», καθώς οξύνεται η ένταση μεταξύ των δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ ότι «Θέτει σε κίνδυνο μια εταιρική σχέση αιώνων».
«Είναι δραματικό, καθώς πραγματικά υπάρχουν πολλά που μας συνδέουν, όμως δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να μας εκβιάζουν», πρόσθεσε.
Οι σχέσεις μεταξύ της Γερμανίας και της Τουρκίας έχουν επιδεινωθεί μετά τη σύλληψη από τις τουρκικές αρχές έξι ακτιβιστών, υπέρμαχων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μεταξύ αυτών και ενός Γερμανού δημοσιογράφου, στο πλαίσιο των ευρύτερων διώξεων που γίνονται στην Τουρκία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του περσινού Ιουλίου.
Κατηγορούνται ως γκιουλενιστές.
Το ζήτημα που προκύπτει για την Ελλάδα είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς η βασική εκβιάζουσα την Ελλάδα χώρα προς εφαρμογή ανθρωποκτόνων μνημονίων είναι η Γερμανία η οποία παραδέχεται από επίσημα χείλη ότι συντρέχει με τα τουρκικά συμφέροντα από… αιώνες τουτέστιν εναντίον των ελληνικών εθνικών συμφερόντων.
Σημειώνεται ότι η Γερμανία έχει πράξει ότι μπορεί για να αποδυναμωθούν οι ελληνικές ΕΔ ενώ έχει ακυρώσει κάθε προσπάθεια προς ενίσχυσή τους.Το ζήτημα της φιλίας των Γερμανών και των Τούρκων κρατάει από τα βάθη της Ιστορίας και έχει ανθρωπολογικές και εθνολογικές ρίζες.
Πρόκειται για δύο λαούς νομαδικής καταγωγής (εξ’ου και η τάση τους να «αρπάζουν» ευκαιρίες όπου τις δουν) οι οποίοι κάποτε ζούσαν στις ίδιες κοιλάδες κοντά στα Ουράλια όρη.
Για την Ιστορία θα παραθέσουμε μια δημοσίευση ως προς τον ρόλο των Γερμανών στην Γενοκτονία των Ποντίων.
Η προσπάθεια διείσδυσης της Γερμανίας στην Ανατολική Μεσόγειο μέσω της Τουρκίας ξεκίνησε ήδη από το 1867, όταν ιδρύεται στην Τουρκία σχολή διδασκαλίας της γερμανικής γλώσσας. Αργότερα κυκλοφορεί στη Γερμανία βιβλίο-οδηγός Η Μικρά Ασία πεδίο γερμανικού εποικισμού.
Ο τότε «Κάιζερ», όπως έμεινε στην ιστορία, επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη και έχει θερμή συνάντηση με τον Σουλτάνο τον οποίο χαρακτηρίζει «φίλο», ενώ μοιράζει εκατοντάδες παράσημα στους Τούρκους αξιωματούχους.
Η στρατηγική της Γερμανίας αρχίζει και ξεδιπλώνεται σε οικονομικό επίπεδο, αρχής γενομένης από τη μεγάλη δύναμη της εποχής, τους σιδηροδρόμους. Τα μεγάλα deal αρχίζουν, με την Τουρκία να αρχίζει να μεταβάλλεται σε γερμανικό προτεκτοράτο.
Οι Γερμανοί πολύ σύντομα θα ελέγχουν πλέον όλο σχεδόν το σιδηροδρομικό δίκτυο. Σε βιβλίο της εποχής, Γερμανού περιηγητή, διατυπώνεται με σαφήνεια η άποψη πως «Η Τουρκία θα ζήσει διά της Γερμανίας».
Όλα αυτά περιγράφονται αναλυτικά από τον Μιχαήλ Ροδά, διευθυντή τότε του Γραφείου Τύπου της Ύπατης Αρμοστείας της Σμύρνης, στο βιβλίο Πώς η Γερμανία κατέστρεψε τον ελληνισμό της Τουρκίας.
Ο Ροδάς έζησε όλα τα γεγονότα από πολύ κοντά και γράφει χαρακτηριστικά για τη συνάντηση του Κάιζερ με τον Σουλτάνο και σημειώνει με νόημα πως «κολακεύτηκε υπερβολικά από τη φιλία του Γερμανού».
Το τραπεζικό deal και η ίδρυση της Deutsche Bank
Οι Γερμανοί δεν σταμάτησαν στους σιδηροδρόμους. Θέλοντας να «μπουν» στο τραπεζοπιστωτικό σύστημα της περιοχής, κάνουν τις απαραίτητες κινήσεις. Το 1904 φτάνει στην Ελλάδα εκπρόσωπος της Εθνικής Τράπεζας της Γερμανίας και πείθει τον τότε διευθυντή της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Στέφανο Στρέιτ να ιδρύσουν από κοινού την Τράπεζα της Ανατολής.
Βασικός όρος της συμφωνίας, η πλειοψηφία στο Συμβούλιο θα ήταν ελληνική. Η συμφωνία υλοποιήθηκε και η πρωτοφανής ανάπτυξη της τράπεζας, αφού το ελληνικό εμπόριο ήκμαζε, οδηγεί σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.
Εκεί οι Γερμανοί φαίνεται πως βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία και αθέτησαν την αρχική συμφωνία ζητώντας την πλειοψηφία στο συμβούλιο.
Η ρήξη ήλθε, κάτι που δεν φαίνεται να πείραξε ιδιαίτερα τον «μεγάλο» Κάιζερ, που ήδη είχε μπει στο παιχνίδι της περιοχής και ήλεγχε το τραπεζικό σύστημα της Αιγύπτου και όλης της Τουρκίας.
Η ίδρυση της «νέας» τράπεζας ήταν γεγονός, αφού τότε γεννήθηκε η περίφημη Deutsche Bank, με τα αρχικά ελληνικά κεφάλαια, η οποία ανοίγει μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα 200(!) υποκαταστήματα και αρχίζει να προσφέρει άφθονο χρήμα για επενδύσεις στην Τουρκία. Παράλληλα σε όλη την Τουρκία γίνεται μποϊκοτάζ στα ελληνικά προϊόντα, και το ελληνικό εμπόριο που γνώριζε άνθηση διώκεται.
Τη Γενοκτονία των Ποντίων την χρηματοδότησε η Deutsche Bank
Η πολιτική αυτή που εφαρμόστηκε από τη συνεργασία Γερμανίας και Τουρκίας κατέληξε σε μια εθνική τραγωδία, τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου από το κίνημα των Νεοτούρκων.
Η βοήθεια της Γερμανίας στους Νεότουρκους ήταν σε όλα τα επίπεδα, όπως αποκαλύπτουν οι πηγές της εποχής.
Χαρακτηριστικό είναι πως οι γερμανικές ακτοπλοϊκές εταιρείες είχαν βγάλει ανακοίνωση πως τα μέλη των Νεοτούρκων μπορούν να ταξιδεύουν δωρεάν με τη γερμανική σημαία.
Οι ιστορικές πήγες γράφουν χαρακτηριστικά: «η Deutsche Bank παρέχει άφθονα κεφάλαια στο κίνημα των Νεοτούρκων. Ο Γερμανισμός τούς παρέχει όλα τα μέσα, αφού η Πανισλαμική πολιτική είναι τέκνο της Παγγερμανικής» .
Ο Μιχαήλ Ροδάς αναφέρει γλαφυρά πως όσα έγιναν και κατέληξαν σε αυτή την τραγωδία του ελληνισμού «γίνονταν χωρίς θόρυβο, με πρόγραμμα, με σύστημα και αφάνταστη υπομονή», τα διαχρονικά δηλαδή χαρακτηριστικά της πολιτικής των Γερμανών.