«Κάτι τρέχει» στη Θεσσαλονίκη
Ο τίτλος του άρθρου έχει διπλή ανάγνωση. Κατ’ αρχάς, την κυριολεκτική, χωρίς εισαγωγικά. Όπως τεκμηριώνουν τα βίντεο που έχουν ήδη δει τη δημοσιότητα, εδώ και δύο μήνες, συρμοί του μετρό τρέχουν στις σήραγγες του έργου σε ένα κρεσέντο δοκιμών που θα διαρκέσει ενάμιση χρόνο περίπου.
Τρέχουν όμως τα πράγματα και σε όλα τα υπόλοιπα μέτωπα: Όπως διαπιστώνουν καθημερινά οι Θεσσαλονικείς, δημόσιοι χώροι επαναποδίδονται στην πόλη, μετά από περισσότερο από μία δεκαετία περιορισμού τους από τις λαμαρίνες των εργοταξίων. Μέχρι τα Χριστούγεννα, με δεδομένη την πρόοδο των σταθμών, θα έχει ολοκληρωθεί ένα ταχύρρυθμο χρονοδιάγραμμα αποκαταστάσεων στους δρόμους και τις πλατείες που φιλοξενούν τις στάσεις του μετρό, από το Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό μέχρι τη Βούλγαρη. Στη Νέα Ελβετία μπαίνει στα σκαριά, ταυτόχρονα με τη διάνοιξη της Μιχαήλ Ψελλού και η δημιουργία ενός σταθμού μετεπιβίβασης, που θα λειτουργήσει αποτρεπτικά προς την είσοδο των αυτοκινήτων προσφέροντας ανάσες στο κέντρο της πόλης, που ασφυκτιά από την κίνηση.
Στον εμβληματικό σταθμό της Αγίας Σοφίας επέστρεψε ήδη το πρώτο από τα αρχαιολογικά ευρήματα που είχαν μετακινηθεί προσωρινά ώστε η επιφάνεια της πόλης στη συμβολή της ομώνυμης οδού με την Εγνατία να αποκτήσει συντομότατα τη νέα μορφή της, ενώ δρομολογούνται φιλόδοξες παρεμβάσεις για την επέκταση και ανάδειξη του ανάντη αρχαιολογικού σκάμματος και παράλληλα την αρχιτεκτονική διαμόρφωση της Πλατείας Μακεδονομάχων.
Τρέχουν όμως οι εργασίες και στον σταθμό της Βενιζέλου. Η νοτιοδυτική πρόσβαση μπροστά από το Μπεζεστένι έχει ήδη μορφοποιηθεί και σε πολύ λίγους μήνες η οδός Βενιζέλου από την Ερμού μέχρι την Εγνατία θα δοθεί ξανά στην κυκλοφορία. Στη βορειοανατολική πρόσβαση, δίπλα στο Χαμζά Μπέη Τζαμί, γνωστότερο ως Αλκαζάρ, ξεκινάει πολύ σύντομα η ανασκαφή, με προοπτική η οδός Βενιζέλου να είναι πλήρως λειτουργική σε όλο το μήκος της το ερχόμενο καλοκαίρι. Στο κεντρικό κέλυφος του σταθμού, οι εργασίες ολοκλήρωσής του εκτελούνται με διπλή εξαήμερη βάρδια, με θρησκευτική προσήλωση στην ακεραιότητα των αρχαιολογικών ευρημάτων υπό τον συνεχή, απαιτητικό έλεγχο πέντε διαφορετικών διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και με διαρκή παρουσία των στελεχών του.
Η δέσμευση για παράδοση του μετρό μέχρι τα τέλη του 2023 είναι πλέον εφικτή εφόσον όλες αυτές οι εργασίες, στο σύνολό τους, συγχρονιστούν απολύτως ώστε η βασική γραμμή της Θεσσαλονίκης να λειτουργήσει και με τον σταθμό Βενιζέλου και με τις αρχαιότητες στη θέση τους. Εναλλακτική επιλογή δεν υπάρχει. Όσα ακούγονται για παράκαμψη ή εγκατάλειψη του σταθμού Βενιζέλου είναι αφελή και ατελέσφορα. Οι δοκιμές των συρμών και οι αποβάθρες του σταθμού Βενιζέλου πρέπει αρκετά πριν την ολοκλήρωση των πρώτων, να διασταυρωθούν. Το έργο δεν είναι ένα σύνολο 13 σταθμών, 19 χιλιομέτρων σηράγγων και 18 τρένων, αλλά ένα ολοκληρωμένο αυτόματο δίκτυο, η διατάραξη κάποιου στοιχείου του οποίου έχει δραματικές επιπτώσεις στο σύνολο του και κατ’ επέκταση ανεπανόρθωτες τεχνικές και οικονομικές συνέπειες για την πόλη και τους κατοίκους της.
Από το σημείο αυτό και μετά, δικαιολογούνται απολύτως τα εισαγωγικά του τίτλου του άρθρου. Χωρίς αμφιβολία, «κάτι τρέχει» στη Θεσσαλονίκη, σε άλλες υπόγειες διαδρομές.
Μία ομάδα συμπολιτών μας αλλά και τρίτων, προσώπων χωρίς άμεσες παραστάσεις και σχέσεις με τη Θεσσαλονίκη, μοιάζει να έχει μετατρέψει τα αρχαία της Βενιζέλου σε σκοπό ζωής. Δικαιολογημένα μεταξύ των άλλων, κρίνεται και η ειλικρίνειά των ενεργειών τους, αφού «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον». Σίγουρα, στους αντιδρώντες στη λύση της εκκρεμότητας των αρχαιοτήτων, στους πολλούς που έχουν το ελαφρυντικό της άγνοιας των πραγματικών περιστατικών και συνθηκών του προβλήματος, αθροίζονται, εμμονικές ιδεοληψίες, προσωπικές στρατηγικές και πολιτικά κίνητρα. Και αυτά είναι τα χαρακτηριστικά που επικρατούν στο σχεδιασμό τους.
Άνθρωποι με θεσμική –υποτίθεται– κουλτούρα, έχοντας λάβει ως απάντηση στις νόμιμα προβληθείσες αντιρρήσεις τους ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την οριστική κρίση του, που έκρινε ως νόμιμη και αιτιολογημένη την προσωρινή μετακίνηση των αρχαιοτήτων, σκαρφίζονται δικαστικά τεχνάσματα που υποβιβάζουν ένα ήδη κριθέν θέμα ελέγχου νομιμότητας αποφάσεων του κράτους σε ιδιωτική διαφορά του αστικού δικαίου, αιτούμενοι την παύση των εργασιών στη Βενιζέλου επειδή διατείνονται πως οι 304 προσωπικότητές τους βλάπτονται από αυτήν και εν τέλει εργαλειοποιούν τη δικαιοσύνη.
Οι ίδιοι αυτοί, καθώς πλασάρονται ως ένα σχήμα που μοιάζει να απαιτεί τη μονοπωλιακή αναγνώρισή του ως η φωτισμένη ελίτ ή «πρωτοπορία» της τοπικής αλλά και της ευρύτερης κοινωνίας, αναγνωρίζουν το δικαίωμα της άποψης μόνο στον εαυτό τους και ενίστανται για την παρέμβαση περί του αντιθέτου του δημοσίου, των εκλεγμένων αρχών της πόλης και των συντεταγμένων εκπροσώπων επαγγελματικών ομάδων της.
Σε μία παράλληλη ενέργεια δικαστικού ακτιβισμού, από αυτές που έχουν προαναγγελθεί, προσφεύγουν εκ νέου στο ΣτΕ εναντίον ήσσονος ενδιαφέροντος διοικητικής πράξης που ακολουθεί την προηγουμένως κριθείσα ως νόμιμη απόφαση.
Από μόνα τους, όλα αυτά είναι φθηνά τεχνάσματα, αλλά ω του θαύματος, αυτό το φρενιασμένο «θα γίνει το δικό μας», καθόλου τυχαία, ήρθε την ώρα που η μεγάλη πρόοδος του έργου είναι ορατή σε όλους και μάλιστα την παραμονή του αντικειμενικού γεγονότος ότι αυτή θα αποτελούσε αντικείμενο της επίσκεψης του πρωθυπουργού στην πόλη για την εορταστική εκκίνηση της ΔΕΘ, όπως συμβαίνει τακτικά εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια.
Ως ενεργός πολίτης και Θεσσαλονικιός μπορώ λοιπόν μετά από αυτό, να επαναλάβω τη διαπίστωσή μου που πρέπει επιτέλους να γίνει κοινό κτήμα της πόλης πως «κάτι τρέχει» σε σκοτεινά υπόγειά της, κάτι πέραν του μετρό, πέραν των αρχαιοτήτων, πέραν της πόλης, κυρίως πέραν των ανθρώπων της. Δανείζομαι την έκφραση – κλειδί που ακούστηκε από παράγοντά της στη διάρκεια της χθεσινής δίκης και απάλλαξε τη ροή και την κατάληξή της από περιττές φλυαρίες: «Παροικούμεν εν Ιερουσαλήμ» και της αποδίδω τη δική μου εκδοχή: Δεν επιτρέπεται να υπάρχουν πλέον ανυποψίαστοι ανάμεσά μας. Ο διχασμός που επιχειρείται με αυτήν την τακτικιστική πολεμική δεν αφορά σε τίποτε από τα προηγούμενα, αλλά είναι αποκλειστικά ένα παιχνίδι εξουσίας και πολιτικής.
Ως πρόεδρος της Αττικό Μετρό Α.Ε. δεν μπορώ να προσθέσω τίποτε περισσότερο από τη διαβεβαίωση πως δεν πρόκειται να υπάρξει η παραμικρή παρέκκλιση από τη νομιμότητα και τους κανόνες που συντεταγμένα και νομίμως επέβαλε η πολιτεία. Εδώ και δύο χρόνια, το έργο του μετρό δεν κακοποιείται ούτε ως περιπέτεια, ούτε ως ανέκδοτο, ούτε ως επικοινωνιακό εργαλείο, ούτε εκτίθεται σε κακόγουστες φιέστες, αλλά διοικείται με σχέδιο και συνέπεια. Κυριολεκτικά, έχει μπει στις ράγες, τρέχει. Στο τέλος αυτής της πορείας, το 2023, με καταλύτη το μετρό, οι άνθρωποι της Θεσσαλονίκης θα απολαύσουν μία πόλη πιο ανθρώπινη, πιο σύγχρονη, πιο πλούσια σε τοπόσημα και αναφορές, περήφανη για το παρελθόν της το οποίο θα απολαμβάνει ακέραιο, αυθεντικό και προβεβλημένο και αισιόδοξη για το μέλλον της το οποίο θα ατενίζει με νέα αυτοπεποίθηση.
* Νίκος Ταχιάος, Πρόεδρος της Αττικό Μετρό Α.Ε. στο liberal