Mousikogramma:Ο Ηλίας Κατσούλης της καρδιάς μας!
Παντελής Θαλασσινός: «Ο Ηλίας μάς δίδασκε ήθος»
Τη μισή μου καριέρα τη χρωστάω στα τραγούδια που γράψαμε με τον Ηλία Κατσούλη. Στην ουσία ξεκινήσαμε μαζί. Εγώ στον τελευταίο δίσκο με τους «Λαθρεπιβάτες» είχα 3 τραγούδια δικά του, τα: «Είμαι εντάξει», «Φιλιά και δακρυγόνα»και το «Με το Ποταμόπλοιο θα φύγω κάποια νύχτα». Αργότερα πια γράψαμε τα «Καράβια Χιώτικα», τον «Πόνο άπονο», το «Εισιτήριο στην τσέπη σου»…. Έτσι, νιώθω ότι το ατομικό μου πια ξεκίνημα κατά το ήμισυ ανήκει στον Ηλία Κατσούλη, μιας και η πορεία μου συνδέθηκε με το «γράμμα» του Κατσούλη.
Αυτός ο άνθρωπος ήταν ένας πλούτος! Όλα τα τραγούδια που μου έδινε, δεν ήταν πρώτης ανάγνωσης έργο αλλά ήδη διορθωμένα, κατασταλαγμένα! Γι’ αυτό πιστεύω ότι πάντα έγραφε, απλά δεν είχε εκτεθεί στον κόσμο από πιο πριν. Άρχισε να δημοσιοποιεί το έργο του από 50 χρονών και μετά μου είχε πει…
Ως καθηγητής φιλόλογος ήταν επιτυχημένος σε αυτό που έκανε! Ακόμα και σήμερα συναντώ στο δρόμο ή στα live μου άτομα που έρχονται και μου λένε: «Ήμουν μαθητής του Κατσούλη και με έχει σημαδέψει». Ήταν ένας άνθρωπος που δεν απέτρεπε τα παιδιά να ασχοληθούν με τη μουσική! Χαρακτηριστικό είναι το ότι σε ώρες διδασκαλίας τούς έβαζε να ακούσουν ένα cd και μετά τους ρωτούσε πώς τους φάνηκε, τι τους θύμισε… Τους έδινε πάντα τη σωστή καθοδήγηση, το σωστό δρόμο και το σωστό άστρο να το οδηγήσουν.
Ο τελευταίος δίσκος που κάναμε ήταν το «Καλαντάρι». Η ιδέα ξεκίνησε από το περιοδικό «Δίφωνο» και είχε ως εξής: Του πρότειναν να γράφει κάθε μήνα ένα ποίημα για κάθε τεύχος. Εγώ λοιπόν στα κρυφά μελοποιούσα τα τραγούδια, γιατί, αφού ήταν δημοσιευμένα, μπορούσε να τα μελοποιήσει ο καθένας. Κάποια στιγμή του λέω: «Έχω μελοποιήσει 4-5 τραγούδια, Ηλία, άκουσέ τα»και του τα έπαιξα! «Εσύ θα τα κάνεις, μου αρέσουν όλα», μού απάντησε… Τότε κάθησα και μελοποίησα και τα υπόλοιπα! Έτσι, έγινε ένας δίσκος, άξιος του χρόνου που διαθέσαμε αλλά και το κυριότερο… άξιος του Κατσούλη! Για να ολοκληρωθεί το «Καλαντάρι», όπως θέλαμε, δουλεύαμε επί δυόμιση χρόνια! Μέχρι σήμερα τον θεωρώ τον πιο πλήρη δίσκο μου, καθώς είναι πάντα επίκαιρος και έχει γίνει βιβλίο, dvd αλλά και cd.
Επιπλέον, με τον Ηλία πηγαίναμε μαζί στην ΑΕΚ, γιατί είχαμε την ίδια χαρά για το ποδόσφαιρο και για την ΑΕΚ ειδικότερα… Μέχρι και σήμερα του ανανεώνω το εισιτήριο δίπλα μου! Ο Ηλίας ο Κατσούλης ήταν ένα παιδί αλλά και ένας άνθρωπος μεγάλος, σοφός , ανθρώπινος… Μύριζε ανθρωπίλα! Μπορούσες οποιαδήποτε στιγμή να μιλήσεις μαζί του για το οτιδήποτε… Ποτέ δεν ακούσαμε κακή κουβέντα να βγαίνει από το στόμα του για κανέναν! Ο Ηλίας μιλούσε πάντα για αυτούς που θαύμαζε και αγαπούσε. Δεν μιλούσε ποτέ για τον εαυτό του και γι’ αυτούς που δεν συμπαθούσε… Μας δίδασκε ήθος!
Κώστας Φασουλάς: «Για τον Ηλία Κατσούλη…»
Ήταν ευγενής, υπερήφανος, σοβαρός και πρωτίστως αθώος. Ο Ηλίας Κατσούλης, πέρασε από τη ζωή με τη στολή και το σθένος του ναυαγοσώστη. Τον φαντάστηκα πολλές φορές, να επιβλέπει με το διεισδυτικό βλέμμα του, ακτές και μεσοπέλαγα του κόσμου, έτοιμος να «βουτήξει» και να γλιτώσει αυτούς που συναντήθηκαν με τον κίνδυνο. Όλη η στιχουργική και κοινωνική ζωή του, είχε αυτό ακριβώς το σήμα. Του ανθρώπου που λειτουργεί ιαματικά, του ανθρώπου που νοιάζεται για τις πικρές των άλλων τις ώρες , του λογοτεχνίτη που στήνει ιστορίες με άρωμα παραμυθιού, έτοιμες να λυτρώσουν. Ο Ηλίας Κατσούλης, αγάπησε τα μικρά, τα ταπεινά και μεγάλα. Μίλησε, με τον πιο απλό τρόπο, για τα πιο βαθιά πράγματα. Λέξεις αιμάτινες, περασμένες στα μεγάλα του δάχτυλα σαν ολόχρυσες βέρες, τον ξενυχτούσαν και τον βασάνιζαν, μέχρι να τις ημερέψει, να τις φέρει στα μέτρα του δικού του πόνου, της δικής του αρχοντικής γραφής.
Λόγιος και ταυτόχρονα βαθιά λαϊκός. Αβόλευτος μέσα στην ηρεμία του, ξεφύλλιζε συνεχώς βιβλία και τετράδια, με τη χαρά του ραβδοσκόπου που βλέπει τη βέργα του να λυγίζει πάνω από τρεχούμενα νερά. Κατηγορούσε τα πολλά τσιγάρα που στοίβαζαν στο τασάκι, εκείνες τις μεγάλες νύχτες του, όταν ξυπνούσε με το βήχα του καπνιστή.
«Ξενύχτησα πάλι, με ακούς πως βήχω;». «Όμως, κάτσε να σου πω αυτό που έγραψα…». Ναι, είχα την τιμή , να μου διαβάζει τους στίχους που τον παίδεψαν το προηγούμενο βράδυ, να μου μιλά για το κρυμμένο ποίημα του Μαλακάση ή εκείνο του Μπωντλαίρ, που αναστάτωσαν τις λέξεις και τις ώρες του. Ο Ηλίας Κατσούλης, στο ανθρωποφάγο σινάφι μας, πρότεινε ήθος. Κρυμμένος πίσω από τα σπουδαία τραγούδια του, μονολογούσε με τη σιωπή του, πότε στη Φορμίωνος και πότε στην Υμηττού, στους μεγάλους δρόμους του Παγκρατίου, εκεί όπου έγραφε τα κουπλέ των στίχων του. Γιατί, όπως μου έλεγε, για το ρεφρέν πρέπει να μπεις , αν είσαι έξω, σε μικρό στενό, σε πολύ μικρό στενό. Ναι, Ηλία μου, «Δική σου είχες φορεσιά και σιγανή πατημασιά». Κι όσα μας άφησες, «Όλα πολύτιμα γι’ αυτό και δεν τ’ αγγίζω».
Κώστας Καλημέρης: «Το Παιχνίδι με το κέρμα»
Υπάρχουν πράγματα που δε μπορούμε να κάνουμε μόνοι μας. Μπορούμε να φανταστούμε κάτι, αλλά και πάλι χρειάζεται ένας αποδέκτης. Ακόμα κι αν απουσιάζει, αν έχει φύγει “οριστικά” απ’ τη ζωή, υπάρχει πάντα καρδιακά στην άκρη ενός τραπεζιού κάτω απ’ το υπόστεγο ενός παλιού καφενείου, συμβολίζοντας φυσικά αυτό το πολύ λίγο που ζούμε με αγαπημένους ανθρώπους μας.
Μόνο μ’ αυτούς, όπως ο Ηλίας, μπορούσα να ευχαριστηθώ κουβέντες για τη λογοτεχνία και τη μουσική, για την ανοίκεια καθημερινότητα και τη στιχουργική, για την αόρατη πλευρά της ζωής, τη μη μιλημένη, την στοχαστικά αμήχανη και την θαυμαστική.
Αν υποθέσουμε πως η Γλώσσα είναι ένα κέρμα με νοηματικές όψεις που λαμπυρίζουν εκτυφλωτικά , όταν τολμήσει κάποιος να σηκωθεί και να τινάξει με τον αντίχειρα δυνατά το νόμισμα ψηλά, ( ψηλά όμως!), τόσο, που να σηκώσει το κεφάλι προς τα πάνω ακούγοντας τη συνομιλία της σκάλας των σπονδύλων, μπορεί να αντιληφθεί τις εναλλαγές των σημασιών στο στοίχημα της πτήσης και της πτώσης.
Μπορεί ακόμα να νιώσει ασυνήθιστα χαρούμενος, κι αυτή είναι μια σίγουρη απόδειξη ότι παίζει ένα παιχνίδι ολόσωμα, σαν μικρό γατάκι που μαθαίνει να κυνηγά το θήραμά του. Πολλές γλωσσικές ασκήσεις μοιάζουν με κουτάβια που μαθαίνουν να υποκρίνονται αγώνες με φανταστικούς αντιπάλους, όμως οι κουρασμένοι συνομιλητές όλο αυτό το “βγάζουν” στο βλέμμα και στα χείλη.
Αν ο Ηλίας είχε και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά, παρά την ντροπαλότητά του, όταν βρισκόμασταν “παίζαμε” αυτό το παιχνίδι, σηκωνόμασταν όρθιοι και πετούσαμε το κέρμα, περιμένοντας ποιά σημασία θα μας τύχει, όχι όμως όπως έκανε στις κερκίδες της ΑΕΚ, αλλά με μια νωχελική κίνηση ψαράδων, δίπλα σε γιοφύρια, ακτές και λιμάνια, πεζούλες γκρεμισμένες και βράχια, με κείνη την σιωπηλή διασταύρωση των βλεμμάτων, που έδειχνε ότι κάτι ακούγαμε να έρχεται, αλλά δεν το βλέπαμε.
Αυτά τα κέρματα της Γλώσσας είναι θησαυρός που αποταμιεύεται μέσα στην Ομιλία. Η Ομιλία είναι που εξελίσσει τη Γλώσσα, σ’ ένα ζευγάρωμα που δεν είναι μόνο εργαλειακό.
Σ’ αυτό το παιχνίδι υπήρξαμε καλοί φίλοι και συμπαίχτες με τον Ηλία!!! Παίζαμε σχεδόν καθημερινά, έστω για λίγο, τις ίδιες ώρες, αυτός ψηλός και ντροπαλός παιχνιδιάρης, εγώ δήθεν αδιάφορος και ζαβολιάρης. Ο Ηλίας, αφού ήταν ψηλότερος, είχε άνεση να πιάσει πιο έγκαιρα τις σημασίες που εκείνη την περίοδο περισσότερο έπεφταν παρά ανέβαιναν, όμως εγώ έκανα κόλπα. Την ώρα που πεταγόταν να πιάσει το κέρμα, πέταγα ένα “τί πλάσμα, Θεέ μου, είναι αυτό” και τότε ο Ηλίας παρασυρμένος από το “Θεέ” ή το “πλάσμα” , (αδιευκρίνιστο), έχανε επαφή κι έβρισκα ευκαιρία να σκοράρω!!! Άπειρα γέλια. Μια φορά διαμαρτυρήθηκα και τού ‘πα“Παίζεις, αλλά απομονώνεσαι απ’ το περιβάλλον, μόλις τώρα…”. Εκείνος συνέχισε τη συζήτηση και, χωρίς να το πάρω χαμπάρι, μου έδειξε αργότερα ότι όχι μόνο πρόσεχε τον γύρω του χώρο, αλλά είχε σημειώσει μια φράση για μια μελαχροινή στην εφημερίδα που είχε μπροστά του. Τι έγινε μετά; Στρωθήκαμε στη δουλειά, να φτιάξουμε ένα τραγούδι για μια μελαχροινή. ΄Απειρα γέλια.
Τί έφερνε εκείνο το κέρμα! ΄Αλλοτε μια αναφορά ή και ολόκληρη τη Λέσχη του Τσίρκα, άλλοτε τον Χάκκα, ή τον Καρούζο,τονΧέντερλιν, τον ΄Ερασμο, τον κυρ- Αλέξανδρο, τον Νίκο Νικολαϊδη(που τον έμαθα απ’ αυτόν κι εκείνος απ’ τον Τσίρκα),τον Χιόνη και τονΒιζυηνό, που αγαπούσε πολύ και άλλα.
Ο κυρ-Νίκος ο Μαμαγκάκηςήθελε πολύ να τον γνωρίσει. Μετά από καιρό μού τον ανέφερε ως “άνθρωπο πλαστελίνη”, εξηγώντας ότι ο Ηλίας ήταν πάντα δοτικός κι άφηνε πάντα ζωτικό χώρο στον συνομιλητή του, και για την εξέλιξη της συζήτησης, αλλά κυρίως, εφόσον υπήρχε ενδιαφέρον, σαν προσάναμμα μιας ζεστής σχέσης.
Πόσο μας λείπουν οι συζητήσεις με τον ψηλό!!!
Κι ένα βράδυ, στο Παγκράτι, πού ‘ναι ωραίο όλο τον καιρό, κι έπρεπε να πω δυο λόγια για ένα συγγραφέα ακριβό, ένα τύπο πλανημένο και εξίσου στιχουργό, τον Δημήτρη Χριστοδούλου, ένιωσα την ανάγκη να συνομιλήσω με τον Ηλία, σαν βοήθεια απ’ το κοινό,(είναι αληθινό αυτό), μπήκα στο αυτοκίνητο (που δεν υπάρχει πια) και έβαλα ραδιόφωνο. ΄Επεσα σε τραγούδι του Ηλία! Πάω στο Βύρωνα, παρκάρω κοντά στο μπαρ «El Viaje» ,που στον τοίχο του ψηλά ήταν στερεωμένη μια μοτοσυκλέτα, (δεν υπάρχουν πια) και, μπαίνοντας μέσα, βλέπω σε μια γωνιά την Κατερίνα,την σύζυγο του Ηλία και τα έχασα… και τότε το είπα δεν το είπα, δεν θυμάμαι, της είπα: “Ήμουνα με τον Ηλία….εκείνος όμως έριξε άτσαλα το κέρμα τόσο ψηλά που δεν ξανάπεσε…”.
Υστερόγραφο
“Ξαναλέω ό,τι μου είχε πει κάποτε η αλεπού, “Μόνο με την καρδιά βλέπεις καλά”. Να το θυμάστε”.(Διονύσης Καρατζάς)
Μαίρη Φασουλάκη: Η άνοιξη που δεν μας άντεξε…
Για τον Ηλία Κατσούλη
« Δεν την αντέχεις εύκολα την άνοιξη
και τον Απρίλη να σε παίρνει αγκαλιά
κόβει τις φλέβες σου κρυφά με το μαχαίρι
και δεν αφήνει απ’ το αίμα σου σταλιά»…
Συνηθίζουμε τους μεταθανάτιους ύμνους γι αυτούς που έφυγαν και καλά κάνουμε.
Σε κάποιους ξεχνάμε κάποιες λεπτομέρειες ζωής ηθελημένα ή αθέλητα. Σε κάποιους άλλους μπορεί και να υπερβάλλουμε λίγο, εξωραΐζοντας μέσα από τη συναισθηματική μας φόρτιση εικόνες και γεγονότα …
Υπάρχουν όμως κάποιοι άνθρωποι, όπως ο Ηλίας, που πέρασαν απ’ τη ζωή μας, αφήνοντας την εικόνα τους ζωντανή, σταθερά αναλλοίωτη στο χρόνο και γεμάτη αλήθεια στη μνήμη και στη συνείδησή μας… Άνθρωποι που δεν χρειάζεται να «ξεχάσεις» κάτι ,να παραλείψεις ή να εξωραΐσεις μετά .. Γιατί ο Ηλίας ήταν από ωραίο και καλό υλικό , ατόφιο, δυνατό , διαχρονικό , αναλλοίωτο και πέρα για πέρα αληθινό.
Ειπώθηκαν πολλά όμορφα λόγια για τον Ηλία και ήταν όλα αληθινά πραγματικά και δυνατά σε συναίσθημα και αποδοχή μιας προσωπικότητας που οι όροι αξίες, φιλία, ταλέντο, παιδεία, ευγένεια, γνώση, προσφορά, ευαισθησία, καλοσύνη και βέβαια ήθος και αξιοπρέπεια απέκτησαν «σπίτι» σε ένα και μόνο σώμα.
Το ότι όλοι τον αγαπήσαμε για όλα αυτά που ήταν και συνεχίζει να είναι ως πρότυπο πια μιας προσωπικότητας που πέρασε χωρίς να τον «αγγίξει» η πολυειδής φθορά που καραδοκεί στο χώρο της δισκογραφίας, αποτελεί ένα στοιχείο που αποδεικνύει τη δύναμη των αξιών που είχε και εξέφραζε και ως προσωπικότητα αλλά και ως δημιουργός…
Η αξιολογική ανάλυση του έργου του είναι αντικείμενο των ειδικών, αν και η αγάπη και η αποδοχή του κοινού ήταν και παραμένει ο μεγαλύτερος και εγκυρότερος κριτής για ένα αποδειγμένα μεγάλο δημιουργό … Κάποιοι κοντινοί του άνθρωποι ωστόσο, κυρίως, επιμένουμε να μιλάμε για τον άνθρωπο και το ρόλο του τόσο μέσα απ’ την ιδιότητα τουφίλου, του δάσκαλου, όσο βέβαια και μέσα απ την ιδιότητα του δημιουργού ως αποδέκτες της.
Επιμένουμε να τονίζουμε το παράδειγμα ήθους και αξιοπρέπειας αυτής της προσωπικότητας και να παραμένουμε σ’ αυτό σαν να μην έχει φθαρεί ούτε μέρα η ανάμνηση, η εικόνα του και το πέρασμά του απ’ τη ζωή μας…
Αν και μπήκε στο χώρο της δισκογραφίας σχετικά αργά, χωρίς συμβιβασμούς χωρίς λεκτικές και νοηματικές «ευκολίες», χωρίς αντιγραφές, αλλά αυτοδύναμα και ατόφια. Παραμένοντας μέχρι τέλους ένας ρομαντικός εραστής του ίδιου του έρωτα, πολύ γρήγορα αγαπήθηκε, γιατί ήταν ο άνθρωπος που έλεγε αυτά που ήθελες να πεις και δεν ήξερες πώς .. ήταν ο άνθρωπος του βατού λόγου αλλά και της σύνθετης σκέψης στο ίδιο έργο με άξονα πάντα την βαθειά ευαισθησία που ήταν και ένα απ’ τα έντονα χαρακτηριστικά του.
Φίλος και υποστηρικτής των νέων δημιουργών χωρίς συμπλέγματα και φοβίες, γενναιόδωρος στο να προτείνει και να στηρίξει τα βήματα νέων ανθρώπων, άφοβος και ασφαλής γι’ αυτό που ήταν, μοιραζόταν πάντα τους «δυο χιτώνες» του!
Με δυο τρία ραδιόφωνα ανοιχτά κάθε μέρα παρακολουθούσε όλη τη μουσική κίνηση και πάντα είχε τα νέα για το τι κυκλοφορεί πρώτος απ’ όλους…
Πάντα ήταν στη διάθεσή όλων… πάντα ήταν ο φίλος μας ο Ηλίας, με το σεβασμό στο συνομιλητή του και με την γενναιοδωρία να « δείξει» να «διδάξει» να «βαθμολογήσει» , αλλά και τον πλούτο ψυχής να σου πει: « Το ζήλεψα αυτό το στιχάκι , θα θελα να το ‘χα γράψει εγώ».
Το χούι του καθηγητή τον ακολουθούσε πάντα και πάντα δημιουργικά, γιατί οι βαθμοί που έβαζε σίγουρα σε έκαναν να σκεφτείς το παραπάνω που έβλεπε και ήξερε ότι άξιζες …
Δεν την άντεξε εύκολα τη Άνοιξη ο Ηλίας , γιατί δεν ήταν του κόσμου τούτου… κάποιοι εκεί πάνω τον είχαν ανάγκη περισσότερη .. ήρθε … έμεινε … έδωσε …πήρε … άφησε πίσω του ομορφιές … εικόνες… τραγούδια .. χαρακτήρα … παράδειγμα … και ένα Αυγουστιάτικο μεσημέρι με μια «καληνύχτα» πέρασε στην άλλη πλευρά, αφήνοντας τον κόσμο εδώ κάτω πλουσιότερο…
Στη διάρκεια αυτού του σύντομου σχετικά περάσματος, άφησε πίσω παρακαταθήκες, έργο, αξίες ζωής, πρότυπο συμπεριφοράς στην κοινωνία, στην οικογένεια και φυσικά στο χώρο του πολιτισμού μας.
Άφησε πλούτο ο Ηλίας φεύγοντας, πλούτο έργου αλλά και αξιών και αυτό αποτελεί προσωπικό θέμα διάκρισης του καθένα από ‘μας, τους φίλους, συναδέλφους, συνεργάτες , ανθρώπους γενικότερα του πνευματικού χώρου για το πώς θα τον διαχειριστεί ως παράδειγμα έκφρασης ήθους και ως πνευματική υποθήκη …
Πάντα θα θυμάμαι αυτή την «καληνύχτα» του στο τηλέφωνο στις 12 η ώρα το μεσημέρι εκείνης της μέρας του Αυγούστου που απ’ ό, τι έμαθα μετά ήταν η τελευταία του λέξη λίγα λεπτά πριν από την αναχώρηση …
Μερικά λόγια μόνο, έτσι όπως μου «βγήκαν» αυθόρμητα μετά την είδηση του αποχωρισμού και τα κρατώ από τότε χωρίς επεξεργασία και τα ξανακοιτάζω κάθε επέτειο αυτής της μεσημεριάτικης «καληνύχτας»…
« Έγραφε και έγραφε ο Ηλίας μέχρι που έγινε μουσική στ’ αυτιά μας, σκόνη στο παλιό μας ραδιόφωνο, αύρα στα μαλλιά μας…
…Η Άνοιξη στο όνειρο που βρήκε δρόμο να γίνει σφαίρα στην καρδιά μας…
…Όλα χθες ήταν κανονικά …
…η εφημερίδα στην ώρα της, η τηλεπαρουσιάστρια που πάντα μπερδεύει χαριτωμένα τα τριγενή και δικατάληκτα, στην ώρα της, οι βιαστές της συνείδησής μας στην ώρα τους όλοι!
Μόνο εμείς δεν ήμασταν εκεί …εμείς που προσπαθούσαμε χθες την ίδια ώρα να σώσουμε λίγη απ’ τη χαρά που μια κανονική μέρα θα έπρεπε να έχουμε… προσπαθούσαμε να φτιάξουμε χρώμα, για να της δώσουμε .. μήπως και πάρει ανάσα, μήπως και γεννήσει μουσική, …
λίγη, απ’ όση έμεινε καθαρή…
μήπως και ακούσει και θυμηθεί το γέλιο …
Όμως τίποτα δεν άγγιξε την ευχή μας…
Το χρώμα έμεινε γκρι χθες … η μουσική νοθευμένη και η ευχή διπλά ανεκπλήρωτη..
Καληνύχτα Ηλία …
Θα είσαι πάντα η άνοιξη , η ομορφιά που δεν θα αντέχουμε… γιατί θα μας θυμίζεις το όνειρο που βρήκε χρώμα και μουσική και έγινε αυτή η μικρή σφαίρα στην καρδιά μας..
θα είμαστε εκεί με τη σκέψη σου ..
.. γιατί θα είσαι εκείνη η Άνοιξη που δεν μας άντεξε …»
Για τον Ηλία Κατσούλη
22/8/08 ΜΦ
Ναταλία Ρασούλη: «Αν ήταν όλοι οι δάσκαλοι και οι στιχουργοί σαν τον Ηλία τον Κατσούλη, θα ζούσαμε σε έναν πολύ καλύτερο κόσμο!».
Τον Ηλία Κατσούλη είχα την τιμή να τον έχω φιλόλογο στο 17ο Γυμνάσιο Παγκρατίου το 1985. Ήταν ο πιο αξιολάτρευτος καθηγητής του σχολείου και γι’ αυτό ποτέ κανένας δεν έκανε κοπάνα στο μάθημά του! Έμπαινε μέσα στην τάξη ή του μιλούσες εκτός τάξης και κρεμόσουν από τα χείλη του, γιατί πάνω απ’ όλα έσταζε βάλσαμο στην ψυχή σου! Ήταν ένας δάσκαλος με Δ κεφαλαίο! Σε έκανε να θέλεις να διαβάσεις! Ήταν πολύ υποστηρικτικός σε όλα τα παιδιά, χωρίς να κάνει διακρίσεις.
Επειδή ήξερε ότι εγώ τραγουδούσα και έπαιζα κιθάρα (Α’ Γυμνασίου τότε), μού πρότεινε να τραγουδήσω για τη γιορτή της 17ης Νοέμβρη, πράγμα το οποίο δεν είχα ξανακάνει! Έτσι, τραγούδησα μόνη με την κιθάρα το γνωστό «Μη με ρωτάς». Το τρακ εννοείται ήταν απίστευτο, όμως η υποστήριξη του Κατσούλη με έκανε να νιώθω πως έχω έναν συγγενή δίπλα μου! Το βλέμμα του είναι κάτι που δεν θα φύγει από μέσα μου ποτέ!
Το ότι έγραφε στίχους το έμαθα αρκετά αργότερα… Επειδή σαν μαθήτρια σπούδαζα κλασσική μουσική, ήμουν πολύ επικεντρωμένη στο χώρο αυτό αποκλειστικά… Μετά τα 17 μου πια, μία μέρα μου λέει ο πατέρας μου: «Ναταλία, το ξέρεις ότι ο δάσκαλός σου (είχε ακούσει τα καλύτερα) γράφει στίχους;». Εκεί άρχισα να τον ανακαλύπτω, ως στιχουργό..
Έτσι, γνωρίζοντάς τον, πάντα τον έβλεπα και τον βλέπω στους στίχους του. Νομίζω πως όσο καθαρό ήταν το βλέμμα του ως άνθρωπος τόσο καθαροί είναι και οι στίχοι του.
Ο Κατσούλης ήταν φιλόλογος, γιατί ήθελε την επικοινωνία με τα παιδιά και αργότερα- μέσω των τραγουδιών του-με τον κόσμο. Ήταν τόσο ειλικρινής σε αυτό που έκανε, που πιστεύω πως, αν ήταν όλοι οι δάσκαλοι και οι στιχουργοί σαν τον Ηλία τον Κατσούλη, θα ζούσαμε σε έναν πολύ καλύτερο κόσμο!
Αργότερα πια τον συναντούσα στις διάφορες συναυλίες για το ελληνικό τραγούδι, στην ΑΕΠΙ… Όμως! Επειδή αυτή η σχέση ξεκίνησε τόσο ιερά, για ‘μένα δεν έπαυε να είναι πάντα ο υπέροχος δάσκαλός μου! Σαν προσωπικότητα ήταν μαγικός άνθρωπος! Αν μ’ ακούει κάπου, θέλω να τον ευχαριστήσω για αυτή ακριβώς την ποιητικότητα που μου προσέφερε και μέσα από τη διδασκαλία του αλλά και μέσα από εκείνη την πρώτη παρότρυνση να εκτεθώ στον κόσμο, τραγουδώντας!