Σαράντος Λέκκας (οικονομολόγος): Τι μας διδάσκουν οι συνεχείς χρεοκοπίες της Αργεντινής;

Άρθρο του Σαράντου Λέκκα οικονομολόγου
Τα επαναλαμβανόμενα επεισόδια χρεοκοπίας της Αργεντινής δείχνουν πεντακάθαρα δυο πράγματα :
Πρώτον, ότι η δημοσιονομική προσαρμογή για την αντιμετώπιση μιας δυσμενούς συγκυρίας δεν φθάνει και τα αποτελέσματα της είναι πρόσκαιρα και , 
Δεύτερον, ότι το μείζον είναι οι δομικές αλλαγές που απαιτούνται ώστε να αντιμετωπισθούν ριζικά και αποτελεσματικά τα διαρθρωτικά προβλήματα.
Το 1983 με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Αργεντινή πολλοί πίστεψαν όπως και το  1974 στην Ελλάδα ότι η Δημοκρατία μπορεί να θεμελιωθεί καλύτερα και βαθύτερα με την ικανοποίηση των λαϊκών αιτημάτων ανεξάρτητα της παραγωγικότητας και των αντοχών της οικονομίας.
Προσπάθησαν να συγκροτήσουν την χώρα με δανεικά με αποτέλεσμα ο πληθωρισμός το 1989 να φθάσει το 5.000%.
Για την αντιμετώπιση του στις αρχές της δεκαετίας του 90 πρόσδεσαν το εγχώριο νόμισμα, το πέσο, με το δολάριο στην απόλυτη ισοτιμία,  θεράπευσαν τον πληθωρισμό όπως ήταν απόλυτα φυσικό, όμως έχοντας απέναντι τους  τις γενικότερες συγκυρίες του δεύτερου μισού της δεκαετίας του 90 , με τις κρίσεις του Μεξικού το 1995 , της Νοτιοανατολικής Ασίας του 1997 και την Βραζιλίας του 1998 είδαν την ανταγωνιστικότητα τους να μειώνεται , τις θέσεις εργασίας να μειώνονται και την ύφεση να σκιάζει τα πάντα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 90 το δολάριο είχε ενισχυθεί έναντι του ευρώ στα επίπεδα των 0,85 δολαρίων ανά ευρώ οπότε εύκολα γίνεται αντιληπτό τι σήμαινε αυτό για τις εξαγωγές που κατευθύνονταν στην ευρωπαϊκή ένωση .
Ειδικά η υποτίμηση του Βραζιλιάνικου νομίσματος κατά 50% διέλυσε τον παραγωγικό ιστό μέσω της μείωσης των εξαγωγών και της απώλειας ανταγωνιστικότητας ειδικά σε σχέση με έναν από τους σημαντικότερους εταίρους.
Το 1999 η οικονομία πέφτει σε ύφεση με την ανεργία να διπλασιάζεται και να εκτοξεύεται στο 14% , το δημοσιονομικό έλλειμμα  καταγράφεται πάνω από 4% , το  δημόσιο χρέος στο 51% του ΑΕΠ αλλά και τα συναλλαγματικά διαθέσιμα ως αποτέλεσμα των εισροών κεφαλαίων να ξεπερνούν τα 26 δις € έναντι 6 δις δολαρίων του 1991.
Η τριετία 1999-2001 ήταν ιδιαίτερα σκληρή, οι ξένοι επενδυτές έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους , οι εισροές κεφαλαίων αναστράφηκαν οπότε ο πανικός οδηγεί στις κλασικές συνταγές αυτοκαταστροφής με την σύμφωνη γνώμη των οργανισμών  ύστατης  χρηματοδότησης .
Μια από αυτές είναι η μείωση των δαπανών , ώστε να υπάρξει ισοσκελισμός του προϋπολογισμού και αφετέρου ανάκτηση της εμπιστοσύνης του διεθνούς κεφαλαίου .
Αποτέλεσμα βαθιά ύφεση με εκατομμύρια παράπλευρες απώλειες .
Μια δεύτερη, η υποτίμηση, η οποία μπορεί σε δεύτερο χρόνο να έχει ως αποτέλεσμα την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας όμως σε πρώτο χρόνο χρόνο οδηγεί σε χρεοκοπίες επιχειρήσεων αφού το κόστος αποπληρωμής των δάνειων σε δολάρια αυξάνεται ανάλογα με το ύψος της υποτίμησης.
Η χρεοκοπία του 2001 ήταν η κορύφωση μιας σειράς λαθών, πολιτικών, οικονομικών, νομισματικών αλλά και κοινωνικών που ξεκίνησαν από το 1950 και επαναλαμβάνονταν επί μισό και παραπάνω αιώνα.
Την  κήρυξη στάσης πληρωμών για χρέος  95 δις $, ακολούθησαν δύο αναδιαρθρώσεις του 2005 και του 2010 όπου  9 στους 10 πιστωτές συμφώνησαν σε κούρεμα ύψους 70%.
Όσοι αρνήθηκαν  απευθύνθηκαν στα δικαστήρια  απαιτώντας να πληρωθεί η οφειλή στο σύνολό της.
Ακολούθησε δικαστική διαμάχη 15 ετών με το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο της Νέας Υόρκης να βάζει τέλος στη  διαμάχη  με τα αμερικανικά Fund, τα οποία είχαν μπλοκάρει την έκδοση νέων χρεογράφων και απαγόρευαν την  αποπληρωμή όσων είχαν δεχτεί  την αναδιάρθρωση του χρέους, να κερδίζουν.
Περίπου 15 χρόνια βρίσκονταν εκτός αγορών η Αργεντινή επειδή τόλμησε να μην πληρώσει τα χρέη της στο πιο κερδοσκοπικό τμήμα των αγορών ενώ  μόλις συμβιβάστηκε αμέσως τα χρήματα που χρειάζονταν βρέθηκαν.
Τον Ιούνιο του 2016 ζήτησε 16,5 δις $ της πρόσφεραν 68,6 δις $ με την  διαφορά ότι τα 10 δις $ πήγαν στους ασυμβίβαστους κερδοσκόπους.
Πολλοί πίστευαν ότι η εκλογική επικράτηση του κεντροδεξιού προέδρου Μ. Marci στα τέλη του 2015 θα άλλαζε το ρου της ιστορίας αφού ιδεολογικά και πρακτικά ήταν πιο κοντά στις δοξασίες των αγορών.
Έκαναν το ίδιο λάθος που έκαναν όσοι πίστεψαν ότι οι ακραίες επιλογές της δεκαετίας του 90 με ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, ιδιωτικοποιήσεις ακόμη και ζωτικών για μια οικονομία κλάδων, άνοιγμα αγορών, θεοποίηση του διεθνούς κεφαλαίου  και σκληρής νομισματικής πολιτικής , θα είχαν διαχρονικά θετικά αποτελέσματα .
Όμως όταν δεν υπάρχει ουσιαστική αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων και κυρίως όταν δεν γίνεται καμία προσπάθεια μεταβολής μιας αυτοκαταστροφικής κουλτούρας που θέλει τα δικαιώματα να κυριαρχούν των υποχρεώσεων και την παραγωγικότητα να θεωρείτε υπόβαθρο  υποτέλειας των εργαζόμενων στο καπιταλιστικό σύστημα τότε η επανάληψη των συναλλαγματικών κρίσεων δεν θα πρέπει να ξενίζει κανένα.
Οι κρίσεις του 2001 , του 2011, του 2014 , του 2018 έχουν τις ίδιες αφετηρίες.
Χαμηλή ανάπτυξη , προβλήματα στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους , ελλείμματα στο εξωτερικό ισοζύγιο, υψηλός πληθωρισμός και έλλειψη εμπιστοσύνης στο νόμισμα.
Η κρίση προσδιορίζεται με την φυγή κεφαλαίων και την υποχώρηση του νομίσματος .
Η  συνήθη αντιμετώπιση γίνεται με περιορισμούς και ελέγχους στις κινήσεις συναλλάγματος και κυρίως με πωλήσεις συναλλαγματικών αποθεμάτων και με την αύξηση των επιτοκίων .
Στην τρέχουσα κρίση τα επιτόκια από τα  επίπεδα του 27 % με τρείς κινήσεις της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής έφθασαν το 40% .
Οι παρεμβάσεις είναι κοστοβόρες και τα συναλλαγματικά διαθέσιμα πεπερασμένα οπότε γρήγορα εγκαταλείπονται .
Το 2011 για παράδειγμα η στήριξη του νομίσματος της Αργεντινής στοίχισε 22 δις δολάρια ενώ κατά την τρέχουσα κρίση έχουν δαπανηθεί 5,3 δις δολάρια , ήτοι το 10% των αποθεμάτων .
Η περαιτέρω διολίσθηση είναι αναπόφευκτη με πρώτο σταθμό την ταύτιση της επίσημης με την μαύρη ισοτιμία .
Το 2014 ο πρώτος σταθμός ήθελε την υποχώρηση του πέσος από τα επίσημα επίπεδα των 8,18 πέσος σε εκείνα της μαύρης αγοράς των 12,85 πέσος ανά δολάριο.
Φυσικά εφόσον η μείωση της εξωτερικής αξίας του νομίσματος έχει προεξοφληθεί και οι πιέσεις αναμένεται να συνεχιστούν η προτιμότερη και πιο αποτελεσματική λύση πάρα τις παράπλευρες απώλειες της ενίσχυσης των τιμών είναι η εφάπαξ υποτίμηση σε μέγεθος τέτοιο που να αποκαθιστά την εμπιστοσύνη και που  να δίνει την δυνατότητα επανεκκίνησης της οικονομίας.
Το μέτωπο του πληθωρισμού είναι κομβικό αφού σε πρώτη φάση είναι προτιμότερο να αυξηθεί πρόσκαιρα σε σχέση με την εναλλακτική επιλογή της αύξησης των επιτοκίων η οποία είναι πιο οδυνηρή αφού οδηγεί στην ύφεση και στην απώλεια θέσεων εργασίας .
Με δεδομένο ότι η δύναμη πυρός  του κερδοσκοπικού κεφαλαίου είναι ισχυρότερη από τα εκάστοτε συναλλαγματικά αποθέματα ενός μεμονωμένου κράτους και ως εκ τούτου εφόσον υπάρχει συντεταγμένη επίθεση από αυτό η μάχη είναι εκ των προτέρων χαμένη, ένα είναι το μοναδικό πλαίσιο αντιμετώπισης νομισματικών και συναλλαγματικών κρίσεων .
Περιλαμβάνει πέντε παραμέτρους :
1.    Ενίσχυση εμπιστοσύνης του εγχώριου νομίσματος με υιοθέτηση μηχανισμών αποκατάστασης της δημοσιονομικής τάξης.
2.    Αποφυγή ελλειμμάτων στο εξωτερικό ισοζύγιο.
3.    Ενίσχυση των συναλλαγματικών αποθεμάτων .
4.    Αποφυγή δανεισμού για καταναλωτικούς σκοπούς.
5.    Αποφυγή σύνδεσης του εγχώριου με οποιοδήποτε ισχυρό νόμισμα .
Τελειώνοντας θα επαναλάβουμε ότι τα συναλλαγματικά  επεισόδια της Αργεντινής δείχνουν πεντακάθαρα  ότι η δημοσιονομική προσαρμογή για την αντιμετώπιση μιας δυσμενούς συγκυρίας δεν φθάνει ενώ  τα αποτελέσματα της είναι πρόσκαιρα.
Το μείζον και αυτό ισχύει και για την χώρα μας και ειδικά για εκείνους που έχουν τη  ψευδαίσθηση ότι με το τέλος του τρίτου μνημονίου όλα τελειώνουν , είναι οι δομικές αλλαγές που απαιτούνται ώστε να αντιμετωπισθούν ριζικά και αποτελεσματικά τα διαρθρωτικά προβλήματα.
Επιπλέον η μεταβολή κουλτούρας επίσης διαφυλάσσει, αρκεί να αποδεχθούμε όλοι μας ότι τα δικαιώματα αντικρίζονται από υποχρεώσεις.

www.bankingnews.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *