Ο πρώτος εορτασμός της 25ης Μαρτίου στον Πειραιά

Του Στέφανου Μίλεση
Οι εκδηλώσεις για τον εορτασμό της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας προσδιορίστηκε να τελούνται το έτος 1838, δεκαεπτά δηλαδή χρόνια μετά την ημερομηνία που θεωρείται ότι σηματοδότησε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης που είναι φυσικά αυτή του 1821.
Στα δεκαεπτά χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι τον προσδιορισμό συγκεκριμένης ημερομηνίας, για την τέλεση σε ολόκληρη την Ελλάδα, κοινών εορταστικών εκδηλώσεων, οι Έλληνες γιόρταζαν τους δικούς τους αγώνες, σε ημέρες διαφορετικές, ανάλογα με τη συμμετοχή κάθε περιοχής στον επαναστατικό αγώνα και την καταστροφή που υπέστη.
Η ημερομηνία της 25ης Μαρτίου υπεβλήθη ως πρόταση στον Όθωνα, από την Γραμματεία των Εκκλησιαστικών και της Παιδείας, που αντιστοιχεί στο σημερινό υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στην ουσία όμως συντάκτης και πρώτος εισηγητής του υπομνήματος είχε υπάρξει τρία χρόνια νωρίτερα, ο Παναγιώτης Σούτσος,  ο οποίος το 1835 ήταν υπουργικός σύμβουλος της Γραμματείας.
Το σχέδιο του Σούτσου υποβλήθηκε λοιπόν για πρώτη φορά το 1835 αλλά άγνωστο για ποιο λόγο δεν εφαρμόσθηκε και όταν αυτό έφτασε να εφαρμοστεί, μόνο ένα πολύ μικρό μέρος του υλοποιήθηκε. Το ίδιο ακριβώς σχέδιο του Σούτσου, υποβλήθηκε εκ νέου τρία χρόνια αργότερα από τον Γλαράκη.
Ο Πειραιάς όπως φαινόταν από την Αθήνα το 1836
Το σχέδιο εορτασμού του Σούτσου, εκπονήθηκε την ίδια εποχή που ο ίδιος διαίρεσε το Κράτος σε Δήμους προτείνοντας την αρχαία ονοματοθεσία τους ενώ πρότεινε να φέρουν στις σφραγίδες τους εμβλήματα της αρχαιότητας που κατά περιοχή διασώζονταν μέσω των αρχαίων τοπικών νομισμάτων τους.
Την οροφή όλου αυτού του οικοδομήματος ήθελε να την ενώνει μια επέτειος αναστάσεως του Ελληνικού Κράτους, και αυτή ήταν η 25η Μαρτίου.
Το σχέδιο του Σούτσου προέβλεπε τα εξής:
Η 25η Μαρτίου να εορτάζεται σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος, αλλά η μεγάλη η επίσημη εορτή να τελείται με την εξής ιδιομορφία.
Την πρώτη χρονιά στην Αθήνα για τη μεγάλη εκστρατεία του Καραϊσκάκη.
Τη δεύτερη χρονιά στο Μεσολόγγι για τις ανήκουστες στα παγκόσμια χρονικά τρεις πολιορκίες του.
Την Τρίτη χρονιά στην Τριπολιτσά διότι η άλωσή της θυμίζει στους Έλληνες τα Ομηρικά έπη και διότι συνετέλεσε στην απελευθέρωση της Πελοποννήσου.
Την τέταρτη χρονιά στην Ύδρα διότι ο βράχος αυτός έγινε το κέντρο των ναυτικών επιχειρήσεων και γέννησε τον Μιαούλη, τον Σαχτούρη, τον Τσαμαδό, τον Κριεζή, τον Τομπάζη, τον Ραφαήλ, τον Παναγιώτα και τον μεγαλόψυχο Λάζαρο Κουντουριώτη.
Κάθε χρόνο η εορτή θα επικεντρώνεται λοιπόν σε ένα από τα ανωτέρω μέρη ανάλογα με τη σειρά του και θα ονομάζεται «Νέα Πανελληνιάς».
Εκεί θα μεταβαίνουν αντιπρόσωποι από όλους τους Δήμους της χώρας. Η διάρκεια της εορτής προβλεπόταν να είναι 15 ημέρες, με τα εισαγόμενα είδη να είναι ελεύθερα τελωνείου, και να διενεργείται μεγάλο εμπορικό πανηγύρι.
Τις πρώτες οκτώ ημέρες να τελούνται αγώνες αθλητικοί, πεζοδρομίας, ιπποδρομίας, με εξαίρεση όταν αυτές θα γίνονται στην Ύδρα όπου εκεί θα διενεργούνται ναυτικοί αγώνες.
Τις υπόλοιπες οκτώ ημέρες να εορτάζεται το πνεύμα, δηλαδή να τελούνται ποιητές, ρήτορες, συγγραφείς, φιλόσοφοι με παράλληλη έκθεση ζωγραφικής, γλυπτικής, νέων μηχανών της γεωργίας.
Η επιλογή της ημερομηνίας της 25ης Μαρτίου, δεν στηρίχθηκε ουσιαστικά σε κάποιο γεγονός της επανάστασης που έπρεπε να μείνει αξιομνημόνευτο ανά τους αιώνες, αλλά στην λαμπρότητα που ακτινοβολούσε από μόνη της η ημέρα του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ο Σούτσος με αυτή την εισήγηση ξεπερνούσε τον σκόπελο προσδιορισμού μιας ημερομηνίας, που θα αντιστοιχούσε στην εξέγερση ενός τόπου, όταν στον αμέσως διπλανό γεωγραφικό χώρο η ημερομηνία θα ήταν διαφορετική. Ο Έλληνας δεν θα αποδεχόταν με τίποτα να εορτάσει μια ημερομηνία που δεν αντιστοιχούσε στη δική του εξέγερση.
Ο Σούτσος έλαβε επίσης υπόψη του τις εμφύλιες διαμάχες τοπικού και τοπικιστικού χαρακτήρα που ταλάνιζαν την Ελλάδα και τελικά έκρινε ότι μόνο μια θρησκευτική εορτή θα μπορούσε να μονιάσει επιτέλους τους διχασμένους Έλληνες.
Ωστόσο ανεξήγητο παραμένει το γεγονός γιατί ο Όθωνας ενέκρινε το σχέδιο του Σούτσου τρία χρόνια αργότερα και μάλιστα μόνο ένα μικρό μέρος. Ακόμα και το Διάταγμα του εορτασμού εκδόθηκε δέκα μόλις ημέρες πριν (στις 15 Μαρτίου 1838), ορίζοντας μόνο τα εξής:
 Η έκδοση του συγκεκριμένου Διατάγματος κινητοποίησε αμέσως τις Δημοτικές αρχές του Πειραιά και το Δήμαρχο της πόλης Υδραίο Κυριάκο Σερφιώτη, ο οποίος είχε κάθε λόγο να επιθυμεί σφόδρα την ύπαρξη μιας τέτοιας ημερομηνίας κοινού εορτασμού, καθώς η πολίχνη του Πειραιά που μόλις είχε γεννηθεί από τις στάχτες της Επανάστασης αποτελείτο κυρίως από Υδραίους και Χίους που μέχρι τότε όχι μόνο τελούσαν ξεχωριστές εορτές, αλλά είχαν επιδείξει και διάθεση αυτονόμησης σε «Δήμο Χίων» και «Δήμο Υδραίων» βάζοντας σε κίνδυνο το νεοσύστατο Δήμο Πειραιώς που μετρούσε μόλις τρία έτη ζωής.
Στις 22 Μαρτίου, τρεις μόλις ημέρες πριν την καθορισμένη εορτή, αποφασίστηκε να πραγματοποιηθούν κάποιες εκδηλώσεις η οποίες από ότι φαίνεται τηρήθηκαν επακριβώς. Έκτοτε το πρόγραμμα εορτασμού θα εκδίδεται πάντα στις 22 Μαρτίου.
«Γινόμεθα οι διερμηνείς της κοινής χαράς την οποία οι συμπολίται ημών αισθάνονται δια την προπαρασκευαζομένη εορτή της 25ης Μαρτίου. Κρίνομεν αναγκαίον να παρατηρήσωμεν ότι προς δόξαν της εθνικής ταύτης ημέρας απαιτείται όλοι οι στρατιωτικοί και όλοι οι πολίται να φέρωσιν επί του στήθους κλάδον δάφνης δι’  όλης της ημέρας της 25ης Μαρτίου.»
 
Το απόγευμα της παραμονής της  25ης Μαρτίου ερρίφθησαν 21 κανονιές για να αναγγελθεί το επίσημο της ημέρας που θα ακολουθούσε.
Με την ανατολή του ηλίου της 25ης Μαρτίου ερρίφθησαν άλλες 21 κανονιές.
Πειραιάς 1836
Μέσα στην πειραϊκή πολίχνη δεν θα μπορούσαν για γίνουν πολλά, καθώς οι επίσημες εκδηλώσεις της Αθήνας θα επισκίαζαν τις όποιες εκδηλώσεις του λιμανιού. Ένα πλεονέκτημα ήταν ότι ο εορτασμός της Πρωτεύουσας ξεκινούσε στις 08.00’  το πρωί, ώρα που παρατάχθηκαν στους δρόμους Ένοπλα Αγήματα, ενώ ο Βασιλιάς Όθωνας κατευθύνθηκε μόλις στις 09.00’ στον Ι.Ν. της Αγίας Ειρήνης όπου θα τελείτο η επίσημη δοξολογία.
Συνεπώς το πρωινό ωράριο των εκδηλώσεων, στάθηκε αποτρεπτικό για τους λιγοστούς κατοίκους του Πειραιά, που επιθυμούσαν να ικανοποιήσουν έτσι την έντονη περιέργειά τους, που είχε γεννηθεί από το γεγονός της πρωτιάς, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο θα εκδηλωνόταν αυτό που περιγραφόταν σε λίγες μόνο γραμμές ενός Βασιλικού Διατάγματος.
Έτσι οι «περίεργοι» Πειραιώτες που αδυνατούσαν να μεταβούν, συγκεντρώθηκαν στον κατεστραμμένο ναό του Μοναστηριού του Αγίου Σπυρίδωνα φορώντας τα κοντοβράκια τους και τα επίσημα ρούχα του τόπου καταγωγής τους. Στο ίδιο σημείο βρισκόταν και ο Κυριάκος Σερφιώτης μαζί με μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου φορώντας τις μαύρες ρεντιγκότες τους και τα ψηλά καπέλα τους, παρουσιάζοντας έτσι ένα θέαμα που σήμερα θα φαινόταν αστείο. Δεν γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας αν τελικά πολίτες και στρατιώτες έφεραν στο στήθος τους «κλάδο Δάφνης» σύμφωνα με την οδηγία του Δημάρχου.
Την ώρα που έδυε ο ήλιος ρίχθηκαν άλλοι 21 κανονιοβολισμοί.
Έτσι συνολικά 63 κανονιοβολισμοί ήταν που σηματοδότησαν τον εορτασμό.
 
Η δύση της 25ης Μαρτίου βρήκε τη μικρή κωμόπολη να είναι φωταγωγημένη, όσο μπορούσε να είναι αυτό δυνατόν, με φως από φανάρια λαδιού και πετρελαίου, ενώ στον άδειο λόφο της Μουνιχίας (Καστέλλας) με φωτιές σχηματιζόταν ένας μεγάλος Σταυρός.
Όσο για το πατριωτικό σχέδιο του Σούτσου να αναφερθεί πως το 1843 απομακρύνθηκε από κάθε διοικητική θέση που είχε αναλάβει καθώς ψηφίστηκε νόμος περί ετεροχθόνων, δηλαδή Ελλήνων που είχαν γεννηθεί σε υπόδουλες περιοχές και δεν είχαν το δικαίωμα να διορίζονται στο δημόσιο. Και ο Σούτσος ήταν γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη.
πηγή pireorama

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *