Σακελλαροπούλου: Η καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης συνδέεται συνεπώς άρρηκτα με το δίκαιο
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου απηύθυνε σήμερα χαιρετισμό στο διαδικτυακό συνέδριο με θέμα: “Το Περιβαλλοντικό Δίκαιο αντιμέτωπο με την περιβαλλοντική κρίση”.
Το συνέδριο διοργανώνει το WWF Ελλάς και το περιοδικό Νόμος και Φύση.
Ακολουθεί ο χαιρετισμός:
Με ιδιαίτερη χαρά ανοίγω τις εργασίες του διεθνούς διαδικτυακού συνεδρίου που διοργανώνουν το WWF και το περιοδικό «Νόμος και Φύση», με θέμα «Το περιβαλλοντικό δίκαιο αντιμέτωπο με την περιβαλλοντική κρίση». Είναι γνωστή και πολύτιμη η συμβολή των διοργανωτών, με τους οποίους είχα συχνά την ευκαιρία στο παρελθόν να συνεργαστώ, στην ανάδειξη ζητημάτων της προστασίας του περιβάλλοντος. Τους αξίζουν συγχαρητήρια για τη σημερινή εκδήλωση.
Είναι πλέον κοινός τόπος ότι η κλιματική αλλαγή ή, ορθότερα, η κλιματική κρίση, επηρεάζει, περισσότερο ή λιγότερο, κάθε χώρα σε κάθε ήπειρο. Διαταράσσει τις εθνικές οικονομίες και έχει σημαντικές επιπτώσεις, που δεν αφορούν μόνο το παρόν αλλά, όπως γνωρίζουμε, και το μέλλον μας, ιδίως των επόμενων γενεών.
Η πλειονότητα των πρόσφατων μελετών έχει δείξει ότι οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί στους φυσικούς κλιματικούς παράγοντες δεν μπορούν, από μόνες τους, να εξηγήσουν την αύξηση στη θερμοκρασία του πλανήτη τα τελευταία 50 χρόνια. Αντιθέτως, όταν στα μοντέλα αυτά περιλαμβάνονται οι ανθρωπογενείς κλιματικοί παράγοντες, όπως είναι τα «αέρια του θερμοκηπίου», τότε αποτυπώνεται πλήρως η αύξηση της θερμοκρασίας στην ατμόσφαιρα και τους ωκεανούς. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες -κυρίως αυτές που εξαρτώνται από την καύση ορυκτών καυσίμων- έχουν προκαλέσει αύξηση των ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα και των άλλων «αερίων του θερμοκηπίου», η οποία έχει οδηγήσει με τη σειρά της στην υπερθέρμανση του πλανήτη.
Οι χώρες της νότιας και κεντρικής Ευρώπης πλήττονται όλο και πιο συχνά από κύματα καύσωνα, δασικές πυρκαγιές και ξηρασίες. Η Μεσόγειος, ειδικότερα, υφίσταται εδώ και καιρό σημαντικές περιβαλλοντικές πιέσεις και ήδη αντιμετωπίζει τις παρενέργειες της κλιματικής αλλαγής, οι οποίες θα γίνονται όλο και πιο έντονες στο άμεσο μέλλον. Τέτοιες παρενέργειες συνιστούν η ερημοποίηση και υποβάθμιση του εδάφους, η αύξηση της στάθμης της θάλασσας η, αύξηση της διάρκειας και της έντασης της ξηρασίας, οι απώλειες στη γεωργική και δασική παραγωγή, ο αυξημένος κίνδυνος διάβρωσης των ακτών.
Χάρη στην επιστημονική εξέλιξη στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης, υπάρχουν «κλιμακωτές» λύσεις που επιτρέπουν στις χώρες να μεταπηδήσουν σταδιακά σε πιο καθαρές και προσαρμοστικές οικονομίες. Η πρόσφατη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή θέτει, ως νομικά δεσμευτικό κείμενο, το περίγραμμα των σχετικών υποχρεώσεων που έχουν αναλάβει τα κράτη.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι εξελίξεις είναι ραγδαίες μετά την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Σκοπός της είναι η Ευρώπη να καταστεί κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050, χάρη στον σχεδιασμό μιας νέας αναπτυξιακής πολιτικής, η οποία θα δώσει ώθηση στην οικονομία μέσω της πράσινης τεχνολογίας, θα δημιουργήσει βιώσιμη βιομηχανία και μεταφορές και θα μειώσει τη μόλυνση. Στην ομιλία της για την Κατάσταση της Ένωσης το 2020, η Προέδρος της Επιτροπής UrsulaVonderLeyen αποκάλυψε ότι η Επιτροπή επιταχύνει τον προγραμματισμό της, προτείνοντας φιλόδοξα σχέδια, τα οποία θα εγγυηθούν τη γρήγορη προσαρμογή στις ανάγκες της κλιματικής αλλαγής και στους στόχους που έχει θέσει η Συμφωνία του Παρισιού. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η πρόταση της Επιτροπής για το πρόγραμμα NextGenerationEU και η κατάθεση ενός αναβαπτισμένου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού, ο οποίος θεωρείται ιστορικός και ως το πιο φιλόδοξο πακέτο στήριξης της οικονομίας στην ιστορία της Ένωσης.
Σε διεθνές επίπεδο, αναδεικνύεται η έννοια της κλιματικής δικαιοσύνης, η οποία αντιμετωπίζει την παγκόσμια αλλαγή του κλίματος ως πολιτικό και ηθικό ζήτημα και όχι απλώς ως αυστηρά περιβαλλοντικό. Η κλιματική δικαιοσύνη δεν έχει βρει ακόμη την αποτύπωσή της σε νομικώς δεσμευτικά κείμενα και μάλιστα με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορεί να δικαιολογήσει την προσφυγή των ενδιαφερομένων στη δικαιοσύνη.
Στην Ελλάδα, η βιώσιμη ή αειφόρος ανάπτυξη αποτελεί αρχή που κατοχυρώνεται στο Σύνταγμά μας. Παράλληλα, όλες οι θεμελιώδεις αρχές του δικαίου του περιβάλλοντος, όπως η αρχή της προφύλαξης, της πρόληψης και της επανόρθωσης των προσβολών του περιβάλλοντος κατά προτεραιότητα στην πηγή, αποτελούν κανόνες, ενίοτε αυξημένης τυπικής ισχύος, που έχει στη διάθεσή του ο δικαστής προκειμένου να κρίνει αν συγκεκριμένη δράση του Κράτους σε σχέση με την κλιματική αλλαγή ή η παράλειψή του να δράσει για την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου θίγει ή όχι το περιβάλλον. Θα κρίνει, επίσης, ο δικαστής, αν πρέπει να διατάξει τους αρμόδιους κρατικούς φορείς να προβούν σε συγκεκριμένες ενέργειες και αν αυτοί που έχουν υποστεί την σχετική υλική ή ηθική βλάβη πρέπει να αποζημιωθούν.
Η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του 5ου Τμήματος, στο οποίο θήτευσα επί μακρόν, υπήρξε ρηξικέλευθη και προοδευτική σε μια σειρά από ζητήματα που συνδέονται με την κλιματική κρίση: την προστασία των οικοσυστημάτων, ιδιαίτερα των δασικών και υδάτινων, την αυθαίρετη δόμηση, την περιβαλλοντική πληροφόρηση, την κατανομή των ρύπων, καθώς και τα περιβαλλοντικά ζητήματα για διάφορες μορφές ενέργειας. Έχει κριθεί επίσης ότι η προστασία του κλίματος αποτελεί περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα και στο πλαίσιο αυτό πρέπει να επιδιωχθεί η επιτάχυνση της υλοποίησης των έργων ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Από την άλλη, έχουμε υπάρξει, δυστυχώς αρκετά συχνά, μάρτυρες της σύγκρουσης μεταξύ της «αυθαίρετης» πραγματικότητας και της αρχής της νομιμότητας, η οποία συχνά πλήττει το Κράτος Δικαίου. Δεν πρόκειται, ωστόσο, στην ουσία για πρόβλημα που αφορά μόνο την υπεράσπιση συνταγματικών αρχών, αλλά για τη διαφύλαξη της ευημερίας, αν όχι της επιβίωσής μας. Η αντιμετώπιση μιας σειράς ζητημάτων, όπως η διαχείριση των απορριμμάτων, η προστασία των δασών, η απολιγνιτοποίηση και η έμφαση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας καθίσταται ζωτικής σημασίας για το μέλλον της χώρας μας και των επόμενων γενεών.
Η καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης συνδέεται συνεπώς άρρηκτα με το δίκαιο: με τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα ληφθούν, την προσήλωση της Διοίκησης στην αποτελεσματική εφαρμογή των στόχων που έχουν ταχθεί, καθώς και με τις παρεμβάσεις του δικαστή. Αλλά πάνω απ’ όλα, είναι και ένα ζήτημα κοινωνικής και συλλογικής ευθύνης. Μέσα από τις θεσμοθετημένες οδούς διαβούλευσης και συμμετοχής των πολιτών, καθώς και φυσικά την πολύπλευρη και συστηματική ενημέρωση και πληροφόρηση του κοινού, είναι δυνατόν να επιτευχθεί η απαραίτητη ενεργοποίηση του κόσμου για το ζωτικό αυτό θέμα, το οποίο αφορά όλους μας. Γιατί αν κάθε απόπειρα αντιμετώπισης της κρίσης, στη βάση της διασφάλισης του γενικού συμφέροντος, συναντά απέναντί της την τοπική κοινωνία ή ομάδες συμφερόντων, που αντιμάχονται ιδιοτελώς κάθε αλλαγή του status quo, τότε είναι πολύ δύσκολο να γίνουν σημαντικά βήματα προόδου. Στην κατεύθυνση αυτή, στη Γαλλία, για παράδειγμα, η δημιουργία της Συνέλευσης των Πολιτών για το Κλίμα συνιστά μια πολύ ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία, η οποία στόχο ακριβώς έχει να τονώσει το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των πολιτών καθιστώντας τους συν-νομοθέτες, συνοδοιπόρους και, τελικά, συμμάχους στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής.
Είναι πολλά και ενδιαφέροντα αυτά που θα ακούσουμε. Θέλω να ευχηθώ στους διοργανωτές του Συνεδρίου κάθε επιτυχία.