Αχτσιόγλου: “Η κυβέρνηση αδιαφορεί για την κρίση φτωχοποίησης της κοινωνίας”
«Η κυβέρνηση αφήνει τη συντριπτική πλειονότητα της κοινωνίας στο έλεος της γενικευμένης κρίσης ακρίβειας», δήλωσε η Έφη Αχτσιόγλου στο “pagenews.gr”.
Το κύμα ανατιμήσεων, πρόσθεσε, «αφορά πλέον, εκτός από την ενέργεια, τρόφιμα και βασικά αγαθά πρώτης ανάγκης» και «επικάθεται στις δυσκολίες που δημιούργησε σε νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις η περίοδος της πανδημίας, λόγω μείωσης εισοδημάτων, τζίρου και σώρευσης χρεών», με αποτέλεσμα «1 στα 3 νοικοκυριά να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις βασικές δαπάνες διαβίωσης», ενώ «μέσα στη δίνη της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση εκχωρεί τη ΔΕΗ σε ιδιώτες, αφήνοντας απροστάτευτους του πολίτες».
Αυτή τη στιγμή, επισήμανε, «πρέπει οπωσδήποτε να μειωθούν -για όσο διαρκεί το κύμα ακρίβειας- οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης καυσίμων, ώστε να προστατευθούν νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός στα 800 ευρώ. Να παρέμβει η ΡΑΕ για να μην λειτουργούν καρτέλ στην αγορά ενέργειας».
Η κ. Αχτσιόγλου τόνισε ότι «βρισκόμαστε στα πρόθυρα μίας ανθρωπιστικής κρίσης, μίας κρίσης φτωχοποίησης», αλλά «η κυβέρνηση αδιαφορεί επιδεικτικά για τις ανάγκες της κοινωνίας» και «πανηγυρίζει για τους ρυθμούς ανάπτυξης», ενώ «κρατά ουσιαστικά καθηλωμένο τον κατώτατο μισθό και η ακρίβεια σαρώνει, με αποτέλεσμα το πραγματικό εισόδημα των πολιτών να μειώνεται».
Για την εργασία των νέων υπογράμμισε ότι «η κυβέρνηση έχει επιδείξει μία ακραία επιθετική πολιτική εναντίον της νέας γενιάς, με κατάργηση του 8ώρου, θέσπιση απλήρωτων υπερωριών, γενίκευση ελαστικών μορφών εργασίας», ενώ «ο πρωθυπουργός επιχειρεί να “εξαγοράσει” τους νέους με προγράμματα κοροϊδία τύπου “πρώτο ένσημο”». Αντιθέτως, το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. «εκτός από αύξηση του κατώτατου μισθού και επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων», περιλαμβάνει «κατάργηση της υπερεργασίας, 35ωρο χωρίς μείωση αποδοχών, περιορισμό των ελαστικών μορφών απασχόλησης και ενίσχυση της σταθερής μισθωτής εργασίας».
Ανέφερε, τέλος, ότι «το κρίσιμο είναι η κοινωνική δυσαρέσκεια απέναντι στην κυβέρνηση να μετατραπεί σε αίτημα πολιτικής αλλαγής και να μην μένει απλά αγανάκτηση».