Αντώνης Αντωνάκος: Η εκλογική…. πασιέντσα
Δεν έχουν συμπληρωθεί ακόμα 10(!!!) μήνες από τις βουλευτικές εκλογές. Οι πολίτες έδωσαν άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Ν.Δ. και τον Μητσοτάκη. Η γενικότερη σύνθεση του κοινοβουλίου εξασφαλίζει στον Πρωθυπουργό πολιτική σταθερότητα απαλλάσσοντας τον από τις ανασφάλειες προηγούμενων κυβερνήσεων. Αυτό το δεδομένο θα έπρεπε να αποτρέπει κάθε συζήτηση για πρόωρες εκλογές. Ιδιαίτερα τώρα, τους προσεχείς μήνες. Εκτός εάν αλλάξουν δραματικά τα δεδομένα, προς το παρόν, καμία λογική ανάλυση δεν υποδεικνύει κάτι τέτοιο.
Προξενεί, λοιπόν, κατάπληξη το γεγονός ότι εμφανίζονται με αυξανόμενη ένταση σενάρια για πρόωρες εκλογές. Τα δημοσιεύματα του τύπου πληθαίνουν και οι σχετικές συζητήσεις διεξάγονται στα «πολιτικά σαλόνια». Όμως, η κρίση της πανδημίας και οι επακόλουθες οικονομικές δυσκολίες, δεν δικαιολογούν την πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Ο Πρωθυπουργός έχει την εξουσιοδότηση και την άνεση να κυβερνήσει τη χώρα απρόσκοπτα για τα επόμενα χρόνια. Οι συνηθισμένες «αντίρροπες» δυνάμεις που, στο παρελθόν, εμπόδιζαν το κυβερνητικό έργο είναι εξουθενωμένες και ανίκανες να προκαλέσουν σημαντική κοινωνική αναταραχή. Ας δούμε συγκεκριμένα τα δεδομένα.
Η άνετη κυβερνητική πλειοψηφία εξασφαλίζει σταθερότητα και σιγουριά. Δεν υπάρχει καμία σχέση με τις ισχνές πλειοψηφίες της Ν.Δ. του 1993 και του 2009 που απειλούσαν την σταθερότητα των κυβερνήσεων. Η κοινοβουλευτική ομάδα σήμερα είναι απόλυτα συσπειρωμένη και ο αριθμός των 158 βουλευτών εξασφαλίζει στον Πρωθυπουργό άνεση επιλογών και αποφάσεων. Το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον δεν επιτρέπει αμφισβητήσεις και διαφοροποιήσεις. Ιδιαίτερα μετά την αποτελεσματική διαχείριση των τελευταίων κρίσεων(Έβρος, πανδημία).
Στο παρελθόν, κινητήρια δύναμη της αμφισβήτησης ήταν η ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση. Αντιπολίτευση η οποία στηριζόταν ουσιαστικά στην επιρροή που ασκούσε στα συνδικάτα και στην αμέριστη στήριξη των ΜΜΕ. Μετά τις εκλογές του 2007 η ισχύς του ΠΑΣΟΚ δεν οφειλόταν στους βουλευτές του αλλά στο γεγονός ότι ήλεγχε τα συνδικάτα. Ο Παπανδρέου διαδήλωνε περιβαλλόμενος από τους προέδρους ΑΔΕΔΥ, ΓΕΣΕΕ και ομοσπονδιών. Με την συμπαράταξη και του Συνασπισμού/ΣΥΡΙΖΑ δημιουργούσε κοινωνική αναστάτωση για «ψύλλου πήδημα». Είτε επρόκειτο για ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικής σημασίας(ΟΤΕ, Ολυμπιακής, ΟΛΠ, κ.λπ.), είτε για επενδύσεις καθοριστικές για την χώρα(αγωγοί πετρελαίου, φυσικού αερίου), είτε για το σχετικό συμμάζεμα του ασφαλιστικού(Μάρτιος 2008), είτε για δευτερεύουσες κινητοποιήσεις και μπλόκα(αγρότες κ.λπ.) το ΠΑΣΟΚ πρωτοστατούσε υποσχόμενο στους πάντες τα πάντα. Ακόμα και στις καταστροφικές κινητοποιήσεις του Δεκεμβρίου του 2008, παρά το γεγονός ότι επίσημα αποστασιοποιήθηκε, οι οργανώσεις του ήταν η κινητήριος δύναμη, με την ολόψυχη «συμπαράταξη» του ΣΥΡΙΖΑ ασφαλώς.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιθέτως δεν διαθέτει σοβαρά ερείσματα, ούτε στον συνδικαλισμό, ούτε στην Τ.Α.. Ούτε φυσικά στα ΜΜΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι απροκάλυπτα εχθρική απέναντί του. Είναι δε «στιγματισμένος» από την πρόσφατη κυβερνητική του θητεία, η εμπειρία της οποίας υπήρξε τραυματική για τους πολίτες. Επιπλέον στερείται συμμαχιών και σε πολιτικό επίπεδο. Το μεν ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ διεκδικώντας ζωτικό πολιτικό χώρο επιχειρεί να ασκήσει διμέτωπο αγώνα απέναντι τόσο στην κυβέρνηση όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ προσβλέποντας στην επανάκτηση της κυρίαρχης θέσης που κατείχε στον χώρο της κεντροαριστεράς, έτσι δεν είναι διατεθειμένο, τουλάχιστον προς το παρόν, να συμπορευθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η μόνη βακτηρία που απομένει στον τελευταίο είναι το θνησιγενές ΜέΡΑ25, μικρή παρηγοριά.
Άλλοι σημαντικοί παράγοντες, που στο παρελθόν κλόνιζαν την κυβερνητική σταθερότητα, ήταν τα συνδικάτα και η 4η εξουσία. Η τελευταία σήμερα όχι μόνον δεν δημιουργεί προβλήματα αλλά αντίθετα στηρίζει απόλυτα την κυβέρνηση. Αντίστοιχη στήριξη απολάμβαναν μόνο οι κυβερνήσεις του Σημίτη. Από το άλλο μέρος τα συνδικάτα είναι απόλυτα αποδυναμωμένα και ανίκανα να προβάλουν ισχυρή αντίσταση στις κυβερνητικές αποφάσεις. Τέλος η κοινωνία, όπως απέδειξε και η αυτοπειθαρχία στη διάρκεια της καραντίνας δεν πρόκειται, αντιδρώντας, να σταθεί εμπόδιο στο έργο του Πρωθυπουργού, η ηγεσία της Δικαιοσύνης -έχοντας επιλεγεί από την κυβερνητική πλειοψηφία- δεν αναμένεται να δημιουργήσει κλυδωνισμούς, ακυρώνοντας δυσάρεστες οικονομικές αποφάσεις, ενώ και η Προεδρία της Δημοκρατίας κατάντησε αμελητέος, μη υπολογίσιμος, παράγων.
Ισχυρίζονται, ορισμένοι, ότι τα «νέα δεδομένα» δεν επιτρέπουν την υλοποίηση του προγράμματος το οποίο παρουσίασε πριν από 10 μήνες η Ν.Δ. στους πολίτες και γι’ αυτό πρέπει να ζητηθεί νέα εντολή με βάση ένα νέο «πρόγραμμα». Ο ισχυρισμός είναι προδήλως προσχηματικός. Αν υπάρχουν κάποιοι που ψηφίζουν τα κόμματα, τουλάχιστον τα αστικά, με βάση όχι τις ιδεολογικές αρχές αλλά το επιμέρους κυβερνητικό «πρόγραμμά» τους, αποτελούν μια ασήμαντη μειοψηφία. Δεν είναι βέβαια τυχαίο αφού τα «προγράμματα», γι’ αυτά τα κόμματα αποτελούν ασαφείς «εκθέσεις» ιδεών με στόχο να κλείνουν το μάτι σε όλους αφήνοντας να εννοηθεί ότι όλα θα «διευθετηθούν» μετεκλογικά σύμφωνα με τις επιθυμίες των πολιτών. Ακόμα και όταν υπάρχουν δυσάρεστες αλήθειες, για κάποιους, είναι «γαρνιρισμένες» εντέχνως ώστε να περνούν απαρατήρητες.
Με αυτά τα δεδομένα, αφού δεν υφίσταται εθνικός ή πολιτικός-κοινωνικός λόγος που να δικαιολογεί τις εκλογές, μόνο κομματικοί ή προσωπικοί λόγοι θα τις προκαλούσαν. Αλλά το να οδηγηθεί η χώρα στην περιπέτεια των διπλών εκλογών –και της συνακόλουθης «αταξίας» για τουλάχιστον 40 ημέρες- για τέτοιους λόγους δεν είναι δείγμα υπευθυνότητας και σοβαρότητας. Αυτού του είδους επιλογές χαρακτηρίζουν τους λαϊκιστές και τους δημοκόπους οι οποίοι ευθύνονται, κατά κύριο λόγο για τα προβλήματα της χώρας. Ο Πρωθυπουργός δεν πρόκειται να υποκύψει στις «σειρήνες» που τον περιβάλουν και θέλουν να τον «κανοναρχήσουν» οδηγώντας τον σε αυτό το ολίσθημα που, ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους, είναι βέβαιο ότι θα τραυματίσει την εικόνα του ηγέτη που προτάσσει και υπηρετεί το Εθνικό και το Δημόσιο συμφέρον.
Αντωνάκος Αντώνης