Η συγκλονιστική μαρτυρία του Γιάννη Δημητροκάλλη για το Πολυτεχνείο

Του Γιάννη Δημητροκάλλη

Ούτε παλλαϊκή εξέγερση, ούτε αιματοχυσία ….

Η πραγματική διάσταση του “Πολυτεχνείου” είναι ότι ήταν μια γενναία αντίσταση, εναντίον της δικτατορίας, μόνο της ΝΕΟΛΑΙΑΣ μας, στην οποία, δυστυχώς, δεν συμπαραστάθηκε ο Λαός.

Μια άλλη άποψη, για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, με βάση τα βιώματα μου.

 

Διαβάζω κείμενα, βλέπω και ακούω εκπομπές, από το 1975, που έγινε η πρώτη πορεία για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973. Διαπίστωνα, κάθε χρόνο, μια συνεχή αλλοίωση της πραγματικότητας και γεννήθηκε μέσα μου, πολλές φορές, η επιθυμία να δημοσιοποιήσω αυτά που έζησα ο ίδιος, αυτές τις 3 ηρωικές ημέρες. Ηρωικές, διότι Έλληνες φοιτητές, με άλλα Ελληνόπουλα, κατά το πλείστον προς την Αριστερά, πήραν επάνω τους τον μεγάλο κίνδυνο, να αντισταθούν, φανερά και έμπρακτα, στην Χούντα, όχι με κομματικά διχαστικά συνθήματα, αλλά με ενωτικά υπέρ της Δημοκρατίας, απαιτώντας «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία».

Δεν το έκανα, θεωρώντας ότι πολλοί άλλοι, από αυτούς που ήμαστε έξω από το Πολυτεχνείο και ιδιαίτερα αυτοί που συμμετείχαν, μέσα, εκείνες τις ημέρες, είναι αρμοδιότεροι να περιγράψουν αυτά που πράγματι συνέβησαν. Είναι φανερό, όμως, ότι η μυθοποίηση που στήθηκε από την πρώτη πορεία, για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων, εγκλώβισε ηθικά, έκλεισε στόματα και δεν επέτρεψε στους απλούς συμμετασχόντες και σε όσους συμπαραστάθηκαν, να παρουσιάσουν αυτά που πραγματικά συνέβησαν, φοβούμενοι κομματικές κατακραυγές.

Έχω καταγράψει, όμως, τα προσωπικά μου βιώματαεκείνων των ημερών στην βιογραφία, που συντάσσω,«Πορεία προγόνων, γονιών μου κι εμένα, μέσα στο χρόνο»,που ξεκινά πριν 100 χρόνια και περιλαμβάνει 1200 ντοκουμέντα και 700 φωτογραφίες εποχής. Εν είδη, προδημοσίευσης, αναρτώ εδώ, σε αντίλογο εκείνων που πιστεύουν ότι τα γεγονότα του Πολυτεχνείου αποτελούν την κορωνίδα των Εθνικών μας εορτών, δυο σχετικά αποσπάσματα, με την παρατήρηση ότι, όταν τα έγραφα δεν σκόπευα να τα δημοσιοποιήσω πριν την έκδοση της οικογενειακής μου βιογραφίας. Το αποφάσισα, διαπιστώνοντας την άποψη κάποιων που θεωρούν μέγιστη ιεροσυλία, το να μην γίνει η πορεία, αν και ο covid θερίζει.

Επισημαίνω ότι θα απαντήσω, σε τυχόν ενστάσεις, μόνο ατόμων που γεννήθηκαν πριν το 1955 και ήταν κάτοικοι της Αθήνας εκείνη την εποχή, οι οποίοι μπορεί να έχουν ζήσει, οι ίδιοι, τα γεγονότα. Δεν θα διαθέσω χρόνο να αντιμετωπίσω λάτρεις του μύθου της «δυναμικής και μαζικής λαϊκής εξέγερσης, που έρριξε την Χούντα», τον οποίο σκοπιμότητες, με κομματική ιδιοτέλεια, κατασκεύασαν και τον απεδέχθη, δυστυχώς, ως ιστορική αλήθεια, το πολιτικό μας σύστημα..  ..

 

Απόσπασμα Α’      17-11-1973,   Πολυτεχνείο

 

……….. Το φθινόπωρο του 1973, έχει κορυφωθεί η ένταση μεταξύ Χούντας και φοιτητών, οι οποίοι δεν ανέχονται τις διορισμένες διοικήσεις των συλλόγων τους και απαιτούν, με πρωτοστάτες τους σπουδαστές του Πολυτεχνείου και τους φοιτητές της Νομικής Σχολής, ελεύθερες φοιτητικές εκλογές. Το τεχνικό μου γραφείο, στεγάζεται σε μια πολυκατοικία στη γωνία των οδών Τζώρτζ και Καποδιστρίου Από ενωρίς το μεσημέρι της 14ης Νοεμβρίου, ακούμε έντονες φωνές διαμαρτυρίας, από την πλευρά του Πολυτεχνείου, που είναι δυο τετράγωνα από το γραφείο μου. Το απόγευμα, πηγαίνω προς τα εκεί να δω τι γίνεται, μια και τα συνθήματα αντί να μειώνονται, όλο και δυναμώνουν. Με έκπληξη βλέπω ένα μεγάλο πλήθος νεαρών, να είναι μέσα στους προαύλιους χώρους του Πολυτεχνείου και προστατευμένοι από τα ψηλά και χοντρά κάγκελα της περίφραξής τους, να διαδηλώνουν υπέρ ελεύθερων φοιτητικών εκλογών, τις οποίες έχει καταργήσει η Χούντα και κατά της αναβολής άρσης στράτευσης μερικών συμφοιτητών τους, που έχει αποφασίσειη ίδια. Φεύγω με μια βαθειά ικανοποίηση ότι τα νειάτα της Ελλάδας ξεσηκώθηκαν και ότι οι χώροι της 5ετούς σπουδαστικής μου ζωής, στο πολυτεχνείο, παίζουν ρόλο ανοιχτής επαναστατικής φοιτητικής εστίας, ενάντια στην δικτατορική διακυβέρνηση της Χώρας μας.

Την επομένη, 15-11-1973, φτάνοντας στο γραφείο, βλέπω ότι, οι διαμαρτυρίες συνεχίζονται και κάποιοι πολίτες τούς συμπαραστέκονται, έξω από τα κάγκελα της οδού Στουρνάρα. Κατά την διάρκεια της ημέρας, κατεβαίνω, αρκετές φορές και χαίρομαι την όλη ατμόσφαιρα, που εξελίσσεται σε όλο και πιο επαναστατική. Τα αιτήματα δεν είναι πια μόνο φοιτητικά, αλλά έχουν προστεθεί καικαλέσματα για μια λαϊκή εξέγερση, εναντίον της Χούντας, που μας κυβερνά δικτατορικά, με  κυρίαρχο το σύνθημα «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», που έχει πάρει πια συμβολικό,για τον αντιδικτατορικό αγώνα των φοιτητών, χαρακτήρα.

Από το μεσημέρι της 16ης Νοεμβρίου, εγκαταλείπω την δουλειά στο γραφείο μου και τριγυρίζω, επί της οδού Τζώρτζ, και επί της Στουρνάρα, έξω από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου, μαζί με κάποιους άλλους, που συντρέχουν, συμβολικά, τον αγώνα των σπουδαστών . Στην γύρω περιοχή έχει διαμορφωθεί ατμόσφαιρα εμπόλεμης ζώνης. Στην πλατεία Κάνιγγος έχουν παραταχθεί διμοιρίες αστυνομικών, που αποτρέπουν την διέλευση πεζών, χωρίς οι ίδιοι να πλησιάζουν προς το Πολυτεχνείο. Από καιρό σε καιρό ρίχνουν και κάποιο καπνογόνο. Ένα από αυτά που μόλις αρχίζει  να καπνίζει στην γωνία, που στεκόμαστε κάποιοι από τους γείτονες, το κλωτσώ προς το μέρος τους. Ένας άφοβος απλός πολίτης, επί της οδού Τζωρτζ, βρίζει, από μακρυά τους αστυνομικούς, που βρίσκονται στην πλατεία Κάνιγγος, αυτοί δεν αντιδρούν και τους πλησιάζει, μα μόλις φτάνει στην πλατεία, τον συλλαμβάνουν, με μια κυκλωτική κίνηση, τον σηκώνουν και τον εξαφανίζουν

Η όλη ατμόσφαιρα σε καλεί να συμμετάσχεις στον φοιτητικό αγώνα, που έχει μετατραπεί, πια, σε γενικότερο αντιδικτατορικό κίνημα. Τα φοιτητικά αιτήματα έχουν σκεπαστεί, από το σύνθημα «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», που το βροντοφωνάζουμε όλοι, μέσα και έξω από τα κάγκελα καιείναι γραμμένο σε πανό και σε αφίσες. Σταματούν τα λεωφορεία και τρόλεϊ, που περνούν από την Πατησίων και το γράφουν με μπογιές στο πλάι τους. Το κλίμα είναι εορταστικό, λες και έπεσε η Χούντα, μα κάτω από την Πατησίων, την πλατεία Εξαρχείων και την Κάνιγγος, που μπορώ να βλέπω, οι διμοιρίες των αστυνομικών, όλο και πληθαίνουν. Οι κλεισμένοι στο Πολυτεχνείο, όμως, και νέοι και μεσήλικες, από έξω παραμένουν στην θέση τους. Κάποιοι, ακόμη, προστίθενται, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του ραδιοφωνικού σταθμού, που έχει στηθεί μέσα στο Πολυτεχνείο, μα είναι λίγοι.

Η νύχτα έχει προχωρήσει και πρέπει να πάω από σπίτι των Γονιών μου, που είναι η γυναίκα και τα παιδιά μας, όπου μένουμε προσωρινά, μέχρι να ολοκληρωθεί η επίπλωση του νέου σπιτιού μας, μα δεν μου κάνει καρδιά να φύγω. Οσμίζομαι ότι κάτι σπουδαίο θα συμβεί, αυτήν την νύχτα και θέλω να είμαι παρών. Στην 1.00’ μμ., όμως, που έχουν αρχίσει να ακούγονται σκόρπιοι αραιοί πυροβολισμοί, καταλαβαίνω ότι πρέπει να πάω στους δικούς μου, που εύλογα θα έχουν ανησυχήσει Εξ άλλου, οι εκτός Πολυτεχνείου πολίτες έχουν αρχίσει να αποχωρούν και η εξωτερική περίμετρός του, ερημώνεται, δυστυχώς, σιγά-σιγά.

Όταν έχει αδειάσει όλη η Στουρνάρα, φεύγω με βαρειά καρδιά. Οι δρόμοι είναι αποκλεισμένοι από τους αστυνομικούς και υποχρεώνομαι να οδηγήσω ανάποδα στην Θεμιστοκλέους, εκμεταλλευόμενος ένα κενό, του αστυνομικού κλοιού. Στην διασταύρωση με την Καλλιδρομείου, μια ομάδα ανθρώπων μεταφέρει στα χέρια κάποιον πληγωμένο, φαντάζομαι, από τους σκόρπιους πυροβολισμούς, που όλο και πυκνώνουν.  Περιτριγυρίζω τον λόφο του Στρέφη και φτάνω στην Αλεξάνδρας, όπου επικρατεί ερημιά, με λεωφορεία γυρισμένα, κάθετα στον άξονα του δρόμου, σαν οδοφράγματα, αλλά τίποτα δεν κινείται, ούτε αυτοκίνητα, ούτε πεζοί.

Ακούω, από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου, τα παρακλητικά, σχεδόν σπαρακτικά, καλέσματα των εκφωνητών του σταθμού του Πολυτεχνείου, προς τον Λαό, να πάει κοντά τους για να πέσει η Χούντα, μα οι Αθηναίοι έχουν αμπαρωθεί στα σπίτια τους. Σκέπτομαι ότι για τους πλείστουςτων Αθηναίων είναι κακή η Χούντα, μα η στάση δείχνει ¨ότι,περιμένουν άλλοι να αναλάβουν τον κίνδυνο να την διώξουν.Στρίβοντας στην οδό Γκύζη, για να πάω προς το Πολύγωνο, ελπίζω ότι θα δω κάποιες κινήσεις, αφού εδώ μένουν όλο αριστεροί, που το πνεύμα τους είναι πιο επαναστατικό . Όμως, κανένας δεν κινείται. Τα παράθυρα και οι πόρτες ερμητικά κλεισμένα. Μέσα μου, κυριαρχεί η απογοήτευση, διότι είμαι βέβαιος, ότι αν ανταποκρινόντουσαν, μερικές χιλιάδες, από τα εκατομμύρια Αθηναίων, στο κάλεσμα των φοιτητών του Πολυτεχνείου, αύριο όλα θα άλλαζαν, αφού η Χούντα είχε πάρει, ήδη, κάποια μέτρα και έκανε ενέργειες, που έδειχναν τάσεις φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος.

Φθάνοντας στο σπίτι, τους βλέπω όλους ξύπνιους και πολύ ανήσυχους, μα ο ερχομός μου δεν τους ηρεμεί, εντελώς. Τους έχει τηλεφωνήσει ο θείος μου ο Θανάσης, παληός αντάρτης, ότι η μονάκριβη κόρη του Μάγδα, είναι μέσα στο Πολυτεχνείο και φοβάται ότι θα την σκοτώσουν. Η παρηγοριά από το τηλέφωνο δεν είναι και τόσο αποτελεσματική και αποφασίζω, μέσα στη βαθειά νύχτα, να πάω στο σπίτι του στην Κυψέλη, να τους κάνω συντροφιά. Προσφέρεται και έρχεται και η Βεατρίκη, η γυναίκα μου. Ο Θείος μου αισθάνεται πολύ ένοχος, διότι πιστεύει ότι θα εκτελέσουν την κόρη του, λόγω των δικών του αριστερών φρονημάτων. Το ενδεχόμενο αυτό τον καθιστά απαρηγόρητο, παρά τον ισχυρισμό μου ότι το χαώδες της κατάστασης, δεν επιτρέπει επιλογές ατομικών ταυτοποιήσεων.

Προσπαθώ να βρω κάτι να τους παρηγορήσω, μα το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό και ταιριάζει στην διάθεσή μου, είναι να πάω προς το Πολυτεχνείο, να προσπαθήσω να βρω την Μάγδα. Ξέρω πως αυτό είναι αδύνατον, μα θα δώσει μια παρηγοριά στους γονείς της, η αίσθηση ότι κάτι κάνουμε. Κατεβαίνουμε, με την Βεατρίκη, μέχρι την αρχή της Μαυροματαίων, μα εκεί υπάρχει ένα στρατιωτικό, πια, κλιμάκιο, με οπλοπολυβόλα, που μας υποδεικνύει, αυστηρά, να γυρίσουμε πίσω. Το ραδιόφωνο του Πολυτεχνείου έχει πάψει να εκπέμπει και αντιλαμβανόμαστε ότι έχει επέμβει ο στρατός. Προσπαθώ να βρω άλλη διέξοδο, προς την Πατησίων, μα ο καταιγισμός των πυροβολισμών που ακούγεται από κάθε κατεύθυνση, δεν μας αφήνει περιθώρια. Γυρίζουμε προς τα πίσω, μα ήδη έχουν εγκατασταθεί μπλόκα από οπλισμένους στρατιώτες, που μας απαγορεύουν να περάσουμε.

Μετά από 3 απόπειρες σε διαφορετικά στενάκια, βρίσκομαι μπροστά σε 4ο μπλοκ, οπότε αποφασισμένος να περάσω, σταματώ το αυτοκίνητο, κατεβαίνω και προχωρώ προς αυτούς, με τα χέρια ψηλά. Ένας στρατιώτης έρχεται προς εμένα, με προτεταμένο το όπλο του, στον οποίο εξηγώ, από μερικά βήματα απόσταση, ότι είμαι με την γυναίκα μου και θέλω να πάμε στην Αγίας Ζώνης , όπου βρίσκονται, δήθεν, τα παιδιά μας. Γυρίζει στο πόστο του, συνεννοείται, προφανώς, με τον επικεφαλής και μου υποδεικνύει τι κατεύθυνση να ακολουθήσω. Κοντεύει, πια, 4.00’.

Καθόμαστε στου Θείου μου και άπραγοι περιμένουμε, μήπως τηλεφωνήσει η Μάγδα. Λίγο μετά το χάραμα, να που χτυπά το τηλέφωνο. Είναι η Μάγδα, που λέει στον Θείο μου ότι, βρίσκεται κρυμμένη σε ένα ισόγειο διαμέρισμα, σε μια  πολυκατοικία στο Στρέφη Ένας καλός πατριώτης, είχε δει μια ομάδα κυνηγημένων νεαρών και είχε την ανθρωπιά, να τους ανοίξει το σπίτι του, μέσα στη νύχτα. Χαμογελά ο Θείος μου κι εγώ φεύγω, αμέσως, για να την φέρω στο σπίτι της. Στην διαδρομή, μου διηγείται ότι έσπασε την κεντρική αυλόπορτα του Πολυτεχνείου ένα τανκ και μπήκαν μέσα στρατιώτες, που, τους φέρθηκαν καλά και απλά τους κατηύθυναν προς την έξοδο, ενώ οι αστυνομικοί, που ήταν, πια κι’ αυτοί, μέσα και έξω, τους προπηλάκιζαν, κατά την έξοδό τους και κάποιους χαστούκιζαν και γενικώς, τους συμπεριφέρθηκαν βίαια. .

Θλίβομαι βαθειά, που όλο αυτό το επαναστατικό κλίμα των τελευταίων ημερών έχει αυτήν την δραματική κατάληξη, μα πιο πολύ ντρέπομαι ως Έλληνας πολίτης, που ο Αθηναϊκός Λαός, άφησε τόσο ανυπεράσπιστα τα σπουδάζοντα γενναία παιδιά του.

……………

 

 

Απόσπασμα Β’        17 – 11 – 1975

 

………… Οι πρωινές επισκέψεις μου, ως επιβλέπων και κατασκευαστής, στις τρεις πολυκατοικίες που οικοδομώ, είναι καθημερινές και σήμερα, 17-11-1975, περνώ από την οδό Στουρνάρα, για να πάω στο γραφείο μου, που είναι σε απόσταση 150 μέτρων, από την πλαϊνή είσοδο του Πολυτεχνείου. Βλέπω μια έντονη κινητικότητα γύρω της και ευαισθητοποιημένος, από τα όσα είχα ζήσει πριν 2 χρόνια και από την διεξαγόμενη δίκη των πρωταιτίων της απριλιανής Χούντας, αποφασίζω να σταματήσω να δω τι γίνεται. Με συγκίνηση βλέπω ανθρώπους να μπαινοβγαίνουν και ανθοδέσμες και σημειώματα, με αφιερώσεις από ανώνυμους απλούς ανθρώπους, τοποθετημένες στα σκαλάκια, της εισόδου του κτηρίου Γκίνη,, , που δημιουργούν μια έντονη επετειακή ατμόσφαιρα, του σπουδαίου γεγονότος, της τολμηρής αντίστασης σπουδαστών του Πολυτεχνείου και άλλων Ελληνόπουλων, πριν δυο χρόνια, στην Χούντα. .

Στο προτελευταίο σκαλί, πριν μπω στο κτήριο, στο οποίο σπούδαζα επί 5 χρόνια με καθημερινή 9ωρη φοίτηση, είναι ακουμπισμένο, αριστερά της εισόδου, ένα πρόχειρο στεφάνι με την επιγραφή «Εσύ που ψήφισες Καραμανλή, δεν έχεις το δικαίωμα  να μπεις». Θυμώνω, αν και δεν ήμουν καραμανλικός και πρώτη φορά στην ζωή μου είχα ψηφίσει Καραμανλή, στις περυσινές εκλογές, διότι ήταν ο μόνος που εξασφάλιζε την μη επανάκαμψη της Χούντας. Αναρωτιέμαι ποια είναι τα κριτήρια αυτού που το έγραψε, με τα οποία μου αφαιρεί το δικαίωμα, να μπω σε ένα χώρο, που για μένα είναι ιερός και μου απαγορεύει να συμμετάσχω στην επέτειο μιας ημέρας γενναιότητας και ενότητας, της φοιτητικής νεολαίας μας, που πολύ τιμώ..

Το σύνθημα, το 1973, που κραύγαζαν αριστεροί, δεξιοί και κεντρώοι, ήταν «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία», με κεντρικό στόχο την Ελευθερία, αφού ούτε το Ψωμί, ούτε η Παιδεία, ήταν πιο λειψά από πρώτα. Τις ατομικές ελευθερίες μας είχαν στερήσει, παντελώς και νοιώθαμε, όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως ιδεολογίας, πολιτικά δέσμιοι μιας χούφτας επίορκων αξιωματικών. Εν ονόματι, λοιπόν, τίνων αξιών, απαγορευόταν σε μένα η ελευθερία συμμετοχής μου στις εκδηλώσεις μνήμης μιας ημέρας που Έλληνες φοιτητές, κλεισμένοι στο Πολυτεχνείο, αψήφησαν την Χούντα κι’ εγώ, τους χειροκροτούσα, απ’ έξω, τιμώντας την γενναιότητά τους ; Ήταν

αριστεροί οι πρωταγωνιστές, όπως έγινε αργότερα γνωστό και ίσως θα επιθυμούσαν διακαώς να διαδηλώνουν υπέρ της Αριστεράς, μα δεν το έκαναν, συνειδητοποιώντας ότι η Χούντα δεν θα έπεφτε με φανερά κομματικό αγώνα, αλλά μόνον με παλλαϊκή εξέγερση, Εξ άλλου, ήταν διάχυτη μια έντονη φοβία, διότι αντιδικτατορικός αγώνας σήμαινε στρατοδικείο και ο  χαρακτηρισμός «αριστερός» εξορία. Αίσθηση κινδύνου, είχε επικρατήσει, δυστυχώς, στο Λαό, που φοβισμένος δεν είχε αποτολμήσει την συμπαράστασή του στον αγώνα της σπουδάζουσας νεολαίας, ώστε να πραγματοποιηθεί η λαϊκή εξέγερση, που διαλαλούν τώρα, χωρίς να έχει υπάρξει τότε, αν και ήταν επιβεβλημένη, από τον φιλελεύθερο χαρακτήρα της φυλής μας. Η σπουδάζουσα νεολαία είχε προσφέρει την ευκαιρία, μα εις μάτην παρότρυνεκαι καλούσε αγωνιωδώς τον Λαό, να αντισταθεί μαζί της, στη δικτατορία της Χούντας.

Γυρίζω, προβληματισμένος και αναστατωμένος στο γραφείο μου. Αργότερα, γίνεται, για πρώτη φορά, πορεία μνήμης, στην οποία συμμετέχω, της ημέρας ηρωισμού των φοιτητών μας, με πλακάτ και πανό, με ντουντούκες, με πολυποίκιλα συνθήματα, μέχρι ενάντια στην δικτατορία του Φράνκο στην Ισπανία, που όμως, το περιεχόμενό τους, αντί να ενισχύει το κλίμα ενότητας της εορταζόμενης ημέρας,προπαγανδίζει κομματικούς διχασμούς. Και δεν είναι μόνο αυτό. Γίνεται μια απαράδεκτη γενίκευση, μέσω της οποίας είναι φανερό ότι επιδιώκεται να παρουσιαστεί η πραγματικά ηρωική αντίσταση των περικυκλωμένων φοιτητών και λίγων άλλων, στο Πολυτεχνείο, με σαφώς   συνειδητοποιημένες τιςσκληρές, εις βάρος τους, συνέπειες, από την Χούντα, ως εξέγερση όλου του Ελληνικού Λαού  Ουδέν ψευδέστερο. Όσο δικαίωμα έχουν να είναι υπερήφανοι εκείνοι οι φοιτητές μας, έστω και όλη η γενεά τους, άλλο τόσο υποχρέωση αυτοκριτικής έχουν οι κάτοικοι της Αττικής, που άκουγαν το ραδιόφωνο, μα αγνόησαν προκλητικά, τις εκκλήσεις τους. Ναι, ημέρα υπερηφάνειας για την Νεολαία, μα ντροπής για τον Λαό , είναι σήμερα.

Περπατώ μέσα στην πορεία, κοιτάζω το πλήθος, που με πάθος κραυγάζει τα συνθήματα και σκέπτομαι, που ήταν όλοι αυτοί, ή έστω το ένα δέκατό τους, να ανταποκριθεί στις εκκλήσεις των γενναίων εκφωνητών, του ραδιοφωνικού σταθμού  του Πολυτεχνείου και να συγκεντρωθεί έξω από τα κάγκελά του, που προφανώς δεν θα τολμούσαν οι χουνταίοι να τους χτυπήσουν με όπλα, μια και είχαν ξεκινήσει τις διαδικασίες εκούσιας ειρηνικής αποχώρησής τους. Την έχω βιώσει την θλιβερή απάντηση, την νύχτα της 16 προς 17 Νοεμβρίου του 1973, όταν γυρνούσα σπίτι μου και έβλεπα έρημους τους δρόμους, κλειστά τα πορτοπαράθυρα και σβηστά τα φώτα των σπιτιών, με τους ανθρώπους κουκουλωμένους, πιθανότατα, στα κρεβάτια τους. Ούτε κουνούπι δεν είχε κινηθεί προς το Πολυτεχνείο, παρά τις τελευταίες γενναίες, μα και σπαρακτικές εκκλήσεις των εκφωνητών του πρόχειρου ραδιοφωνικού σταθμού, που είχαν εγκαταστήσει μέσα.

Την επομένη διαβάζω στις εφημερίδες, να χαρακτηρίζουν τα γεγονότα του 1973  στο Πολυτεχνείο, ως «μαζική και δυναμική εκδήλωση της λαϊκής αντίστασης, στην Χούντα», που την έριξε και για «αιματοχυσία με νεκρούς». Μα σε ποια περιοχή εκδηλώθηκε η μαζική και δυναμική λαϊκή αντίσταση αναρωτιέμαι και που έγινε η μάχη που εξελίχθηκε σε αιματοχυσία ; Την ώρα που η Χούντα ετοίμαζε την στρατιωτική επέμβασή της, κανένας δεν ερχόταν να συμπαρασταθεί στα πολιορκούμενα γενναία νειάτα. Οι πάντες είχαν λακίσει.

       Τα πολυβόλα χαλούσαν τον κόσμο, όταν κατέβηκε ο στρατός στις 02.30, για να τρομοκρατήσουν τα 3.500.000 Ελλήνων της Αττικής και το πέτυχαν. Όλοι έμειναν, πράγματι, κουκουλωμένοι στα κρεβάτια τους. Τώρα πανηγυρίζουν την αντίσταση στην Χούντα, στην οποία ήταν προκλητικά απόντες. Όσες φιέστες κι αν κάνουν, εκ των υστέρων, δεν εξιλεώνονται από την αλήθεια ότι τότε δείλιασαν και έμειναν προσκυνημένοι….. Μια χούφτα νεολαίοι, μόνο, αντιστάθηκαν με ζηλευτή παλληκαριά.

        Και από που έως που, έριξαν την Χούντα τα γεγονότα του Πολυτεχνείου  ;  Αντιθέτως, την δυνάμωσαν, διότι η μη ανταπόκριση των πολιτών, στις εκκλήσεις των φοιτητών, έδωσε στον σκληρό Ιωαννίδη, την ευκαιρία, να ρίξει τον Παπαδόπουλο και να επιβάλει ένα πολύ καταπιεστικότερο δικτατορικό καθεστώς, που έπεσε από μόνο του. Απαλλαχτήκαμε από τους δικτάτορες, διότι θαλάσσωσαν τα εθνικά θέματα, τσακώθηκαν οι ίδιοι μεταξύ τους και κατέρρευσαν αφού, προηγουμένως δεν μπόρεσαν, λόγω της ανικανότητάς τους, να υπερασπιστούν τον Κυπριακό Ελληνισμό.

Στην πραγματικότητα, η πρώτη μαζική εκδήλωση του Ελληνικού Λαού, την επίμαχη αυτή περίοδο, ήταν, εκ του ασφαλούς, όταν είχε πέσει η Χούντα και πήγε να προϋπαντήσει τον Καραμανλή, που κλήθηκε να επιστρέψει, από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Χούντας. Ακόμη και ο Εισαγγελέας στη δίκη των χουνταίων, μίλησε για την γενναία « ….νέα γενεά, με τα άοπλα χέρια,….» και όχι για εξέγερση του Λαού, όπως διαστρεβλωτικά οι μυθοπλάστες των κομματικών κέντρων και οι φυλλάδες τους το παρουσιάζουν    .

Μα δεν τους φτάνει ούτε αυτή η ένοχη διεύρυνση, με την οποία την δόξα της συνειδητής πολιτικής αντίστασης των δυναμικών νεολαίων, την επεκτείνουν, αυθαίρετα και σε όλον τον Λαό, που χαρακτηριστικά είχε αδρανήσει, πλήρως τις κρίσιμες ώρες και δεν της συμπαραστάθηκε. Με αναλήθειες, προσπαθούν να  δώσουν αληθοφάνεια στην παραπλάνηση που επιχειρούν μιλώντας και γράφοντας, για αιματοχυσίες και ατέλειωτους νεκρούς. Μα που τους είδαν ; Τους αρκούν οι ανεξακρίβωτες πληροφορίες, φήμες και διαδόσεις.  Θυμάμαι ότι, άκουγα τα μεσάνυχτα, που έφυγα από τους έρημους, πια,δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο, να πέφτουν πολλοί πυροβολισμοί, μα όχι μέσα στον χώρο του. Πολύ περισσότερους άκουσα στις 3.30’ όταν πήγα στην Μαυροματαίων, μα και αυτοί ήταν σκόρπιοι, πουθενά δεν είδα πολεμικές συμπλοκές. Που έγιναν οι αιματοβαμμένοι αγώνες και οι αιματοχυσίες του Λαού;

Η εξαδέλφη μου που ήταν μέσα, δεν είδε κανέναν νεκρό και το τανκς, που μπήκε, δεν σκότωσε, άνοιξε την πόρτα, για να μπουν οι στρατιώτες. Κι’ αυτοί  δεν σκότωσαν, ούτε καν βιαιοπράγησαν, απλώς έδιωξαν όσους ήταν μέσα και άδειασαν τους χώρους.  Ασφαλώς, η βαρειά σιδερένια πόρτα, πέφτοντας, κάποιους, λίγους, τραυμάτισε, που η τολμηρότητα και η αισιοδοξία τους ότι, θα σταματήσουν το τανκ, δεν τους επέτρεψε να απομακρυνθούν έγκαιρα.

Ακόμη, οι σφαίρες των αδιάκοπων σκόρπιων πυροβολισμών κάπου κατέληγαν και ασφαλώς κάποιοι άτυχοι έχασαν την ζωή τους. Είναι, όμως, απαράδεκτη συνειδητή παραπλάνηση το να  παρουσιάζεται αυτό ως αιματοχυσία αντίστασης του Λαού και να αναγορεύονται άτυχα θύματα, σε ηρωικούς νεκρούς του Πολυτεχνείου.

Αναρωτιέμαι, με πολύ προβληματισμό, πόσο είναι εθνικά ωφέλιμο να διαστρεβλώνονται τα γεγονότα, προκειμένου να καθιερώνονται σύμβολα, που αλλοιώνουν την ιστορικήαλήθεια ;

Ταυτόχρονα σκέπτομαι, ότι, σίγουρα μέσα στο D.N. A. του Έλληνα υπάρχει ένα πολύ ισχυρό γονίδιο αγάπης για την ελευθερία, μα φαίνεται ότι, όταν η καθημερινότητά του είναι εξασφαλισμένη, ο τράχηλός του σηκώνει τον ζυγό.

Αυτό το ισχυρό γονίδιο, έχει οδηγήσει, τους Έλληνες, σε συλλογικές και ατομικές ηρωικές πράξεις, σε αγώνες για την Πατρίδα και την Δημοκρατία, που προσφέρουν άφθονα αληθινά σύμβολα. Γιατί, λοιπόν, να καταφεύγουμε σε κατασκευές ψεύτικων ;

Η ιστορία του Ελληνικού Λαού, δεν τα έχει ανάγκη για να λάμπει. Είναι υπεραρκετές οι πολλαπλές επέτειοι των λαμπερών αληθινών αγώνων του.

Στις 17 Νοεμβρίου, ο Λαός μας οφείλει να εορτάζει, τηνγενναία αντίσταση της σπουδάζουσας νεολαίας του, ενάντια στην Χούντα και όχι να καπηλεύεται τον φοιτητικό αγώνα, για να καλύψει τους φόβους του και την ατολμία του, να τον στηρίξει, προτού έρθει το τανκ. Η παντελής λαϊκή απουσία επέτρεψε στην Χούντα να φέρει το τανκ και να συντρίψει τηνγενναία φοιτητική αντίσταση.

Ο Ναξιώτης Γιάννης Δημητροκάλλης, γιος του δάσκαλου Ι. Δημητροκάλλη, σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο. Εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας στην Αττική και ασχολήθηκε με πλήθος ιδιωτικών μελετών και κατασκευών. Είναι μέλος του Σ.Π.Μ.Ε. και της ΠΕΔΜΕΔΕ. Με τα κοινά ασχολήθηκε κατ’ αρχάς ως μέλος Δ.Σ. και πρόεδρος πολιτιστικών συλλογών και μετά το 1981 με την πολιτική. Ως πολιτικός δραστηριοποιήθηκε και διακρίθηκε στον τομέα της κομματικής οργάνωσης και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Εκλέχτηκε μέλος της Κ.Ε. και στη συνέχεια της 11μελούς εκτελεστικής επιτροπής της Ν.Δ. Διετέλεσε μέλος του Δ.Σ. της Εταιρείας Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Ανάπτυξης. Διετέλεσε μέλος του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου. Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Επικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών. Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον δραστηριοποιήθηκε και στο χώρο των Μ.Μ.Ε. και της πολιτικής επικοινωνίας. Παρακολούθησε ειδικά προγράμματα πολιτικής επικοινωνίας, και σεμινάρια του ιδρύματος Adenauer στη Γερμανία. Ίδρυσε την ένωση υπευθύνων πολιτών “ΠΟΛΙΤΙΖΩ” και εξέδωσε ομότιτλο δεκαπενθήμερο έντυπο, για την άρση της διχοτόμησης πολιτικής και πολιτισμού. Αρθρογράφησε ως πολιτικός συντάκτης στον ημερήσιο Τύπο και παρουσίασε τηλεοπτικές εκπομπές πολιτικού και πολιτιστικού περιεχομένου. Συνέγραψε τα βιβλία “Αιχμάλωτη Δημοκρατία”, “Οι Κοινότητες των Ελλήνων”, “Εγχειρίδιο πολιτικής επικοινωνίας” και “Από το κράτος των υπηκόων στην πολιτεία των πολιτών”. Το 1998 επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Νάξο όπου ασχολείται με τη μελέτη, τη συγγραφή και τη γεωργία.

 

 

.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *