Τα δώρα στην Ελλάδα της «σταρ» των «Πρασίνων» που αναλαμβάνει το Υπουργείο Εξωτερικών – FANTOMAS.GR
Μία «αιωνιότητα και μία μέρα» φάνηκε να διαρκούν οι διεργασίες για τον σχηματισμό κυβέρνησης στη Γερμανία. Στην πραγματικότητα, η πανδημία επιτάχυνε τις διαπραγματεύσεις και έτσι την Τετάρτη βγήκε «λευκός καπνός», γεννήθηκε η τρικομματική κυβέρνηση με το προσωνύμιο «Φανάρι». Με το φως του φαναριού, λοιπόν, κλείνει η αυλαία μίας 16ετούς παράστασης στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης, με απόλυτη πρωταγωνίστρια την Άνγκελα Μέρκελ.
Όπως ήταν αναμενόμενο, νέος καγκελάριος αναλαμβάνει ο Όλαφ Σολτς, ενώ την κρίσιμη θέση του υπουργού των Οικονομικών ο «σκληρός» για όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, Κριστιάν Λίντνερ, από τους Φιλελεύθερους. Από την άλλη πλευρά, οι Πράσινοι, με συγκροτημένες θέσεις υπέρ των ελληνικών συμφερόντων τα τελευταία χρόνια, παίρνουν πέντε υπουργεία υπό τον έλεγχό τους, με την συμπρόεδρο του κόμματος Αναλένα Μπέρμποκ να παίρνει το χαρτοφυλάκιο των εξωτερικών υποθέσεων.
Τα τελευταία δύο χρόνια, άλλωστε, η «σταρ» των Πρασίνων παραμέρισε την κλιματική αλλαγή, πλασάροντας λίγο πολύ τον εαυτό της ως ειδική πάνω σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Φίλοι και αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι παρά τη διοικητική απειρία της έχει βάλει το κεφάλι κάτω, μελετώντας σκληρά.
Μεταξύ των θέσεων που έχει εκφράσει, κάποιες αφορούν την Ανατολική Μεσόγειο και ειδικότερα την Ελλάδα: Μπορεί ο «αλά Σόιμπλε»Λίντνερ ως υπουργός Οικονομικών να έχει τον πρώτο λόγο για τα ευρωομόλογα, που είναι στην ατζέντα των Πρασίνων , αλλά το το τρίτο κόμμα της Μπούντεσταγκ θα μετέχει στις εσωτερικές συζητήσεις του νέου κυβερνητικού συνασπισμού. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της δημοσιονομικής κρίσης, οι Πράσινοι είχαν υιοθετήσει μία πολύ πιο αλληλέγγυα στάση έναντι των δεινοπαθούντων Ελλήνων. Είχαν, μάλιστα, ταχθεί υπέρ της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Επίσης, η θετική απόκριση στην πάγια ελληνική διεκδίκηση γερμανικών αποζημιώσεων για την τετρτράχρονη κατοχή της χώρας κατά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, είναι μία τις πλέον προβεβλημένες φιλελληνικές θέσεις της. Μάλιστα, ανήμερα της 200ής επετείου από την Ελληνική Επανάσταση και 80 χρόνια μετά την γερμανική εισβολή στην Ελλάδα, οι Πράσινοι είχαν ζητήσει από τη κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ την επανεξέταση του ζητήματος των κατοχικών αποζημιώσεων και του αναγκαστικού δανείου.
Παλαιότερα, οι Πράσινοι είχαν διαφοροποιηθεί ανοικτά από τη επίσημη γραμμή του Βερολίνου, διαφωνώντας με την πώληση όπλων στην Τουρκία. Σε αντίθεση με το κατεστημένο της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας, είχαν υποστηρίξει ότι τα γερμανικά όπλα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από την Τουρκία κατά μίας ευρωπαϊκής χώρας, δηλαδή της Ελλάδας. Μάλιστα, τον Οκτώβριο είχαν ζητήσει μαζί με τους Φιλελευθέρους να μπει φρένο στην παράδοση 6 υποβρυχίων που έχει παραγγείλει η Τουρκία σε γερμανικά ναυπηγεία.
Παράλληλα, οι Πράσινοι και η επικεφαλής τους έχουν εκφράσει την θέση να αποφορτιστούν από πρόσφυγες και μετανάστες οι επιβαρυμένοι καταυλισμοί στην Ελλάδα. Αυτό αποτελεί μέρος της ευρύτερης μεταναστευτικής πολιτικής τους, η οποία κινείται στη γραμμή «δικαιότερη κατανομή των προσφύγων σε όλη την Ευρώπη».
Σημαντικό είναι επίσης ότι –σε αντίθεση με τη Μέρκελ– δεν επιθυμούν τη συνέχιση της στενής συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας. Δεν εμπιστεύονται την Άγκυρα και τον Ερντογάν, τον οποίο έχουν κατηγορήσει ότι εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό. «Παραβιάζονται ανθρώπινα δικαιώματα και χάνονται ζωές».
Η Μπέρμποκ, όπως και το κόμμα της έχουν ασκήσει κριτική και εναντίον του ΝΑΤΟ. Το πρόγραμμά τους, άλλωστε, αναφέρει την ανάγκη απομάκρυνσης των αμερικανικών πυρηνικών όπλων από τη Γερμανία και την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής συνεργασίας, σύμφωνα με το «δόγμα Μακρόν». Από την άλλη πλευρά, οι Πράσινοι έχουν ασκήσει σφοδρή κριτική και στο Κρεμλίνο, επιδιώκοντας τη συρρίκνωση της όποιας συνεργασίας Βερολίνου-Μόσχας. «Ο Πούτιν σκοτώνει τον Ναβάλνι», δήλωσε λίγες ημέρες νωρίτερα η πρόεδρός τους.
Κατά τα άλλα, όπως αναμένεται για ένα οικολογικό κόμμα, επιδιώκουν τη σταδιακή απεξάρτηση της Γερμανίας από τη χρήση άνθρακα για παραγωγή ενέργειας νωρίτερα από τον στόχο του 2039. Επίσης, αντιτίθενται στην αύξηση των αμυντικών δαπανών και υποστηρίζουν τη θέσπιση ανώτατου ορίου ταχύτητας 130 χλμ/ώρα στους γερμανικούς αυτοκινητόδρομους.
Φίλοι και αντίπαλοι χαρακτηρίζουν την Μπέρμποκ έξυπνη, καλλιεργημένη και φιλόδοξη. Ενημερώνεται διαρκώς και συνήθως κερδίζει τις εντυπώσεις. Ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Τόμας ντε Μεζιέρ είχε πει ότι «αυτή η γυναίκα με εντυπωσιάζει. Στις διερευνητικές διαπραγματεύσεις μου έκανε πολύ καλή εντύπωση, ήταν πάντα ενημερωμένη και πάντα ουσιαστική».
Κάποιοι της καταλογίζουν αλαζονεία και έλλειψη διπλωματικότητας, μιας και τείνει να εκφράζει κάπως ωμά τις απόψεις της. Αυτό, όμως, αποτέλεσε και συγκριτικό πλεονέκτημά της στο εσωτερικό του κόμματός της βοηθώντας την να αναρριχηθεί στην ηγεσία, παρά τη σχετική απειρία της σε ό,τι αφορά τη διοίκηση.